Αγροτουρισμός ή Τουρισμός Υπαίθρου σημαίνει, Τουρισμό 12 μήνες το χρόνο
Η Παγκόσμια Επιτροπή για το Περιβάλλον κατά την ανάπτυξη του ΟΗΕ, συμπέρανε το 1987 πως απαιτείται ένα νέο αναπτυξιακό μοντέλο, ένα εναλλακτικό τουρισμό, (εκτός του μαζικού), μια μορφή ταξιδιού φιλική προς το περιβάλλον, που να προωθεί και να στηρίζει τη ντόπια βιομηχανία, δημιουργώντας υψηλούς οικονομικούς δεσμούς σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο και να δίνει λύσεις στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι αγροτικές περιοχές. Μιλούσε για τον Αγροτουρισμό ή τουρισμό υπαίθρου.
Ο Αγροτουρισμός λοιπόν, για να δώσουμε τον ορισμό του, αποτελεί τη μορφή εκείνη, που συνδέει τον τουρισμό με την αγροτική παραγωγή και τους αγρότες, ενώ ευρύτερα τον συνδέει με τον πολιτισμό της υπαίθρου. Αναπτύχθηκε με στόχο, να δώσει συμπληρωματικό εισόδημα σε αγροτικές οικογένειες, απασχόληση κυρίως σε γυναίκες και κόρες αγροτών, που δυσκολεύονταν να βρουν δουλειά στην ύπαιθρο, και διάθεση στην αγορά των προϊόντων μικρών παραγωγών σε ικανοποιητικές τιμές.
Αυτό επιτυγχάνεται μέσα από την αξιοποίηση υπαρχόντων ακινήτων και τμήματος της παραγωγής, που διαφορετικά θα κατέληγε σε χονδρέμπορους, αντί εξευτελιστικών τιμών. Έτσι, η αγροτική παραγωγή, παραμένει κύρια απασχόληση του νοικοκυριού, αλλά η προσφορά περιορίζεται στα προϊόντα που παράγει η ίδια η εκμετάλλευση ή οι γειτονικές αγροτικές εκμεταλλεύσεις. Ως Αγροτουρισμός, θα μπορούσε λοιπόν να χαρακτηριστεί η φιλοξενία με αμοιβή στο «σπίτι» του αγρότη.
Και για να γίνω πιο σαφής μιλάμε για φιλοξενία με αμοιβή σε ένα «αγροτουριστικό κατάλυμα», όπου το γεύμα, πρέπει να βασίζεται σε μεγάλο ποσοστό σε προϊόντα που παράγονται από την οικογένεια ή έστω να παράγονται τοπικά, και όχι να αγοράζονται από τον μπακάλη και να προέρχονται από όποιο σημείο του πλανήτη. Το φαγητό, οφείλει να είναι αυτό που θα ετοιμαζόταν για την οικογένεια, με βάση και πάλι δικά τους προϊόντα και όχι μια επιλογή από έναν κατάλογο.
Στην Ιταλία, ο αγροτουρισμός ξεκίνησε πριν 50 χρόνια για να «σώσει» τα μεγάλα αγροκτήματα. Στην Ισπανία και Γαλλία, ο τουρισμός υπαίθρου, είχε στόχο τη διατήρηση του πληθυσμού στη περιφέρεια, προσφέροντας πρόσθετο εισόδημα στους αγρότες, μέσα από μια άλλη επιχειρηματική δραστηριότητα.
Δεν είναι τυχαίο ότι η πολιτική ανάπτυξης του αγροτουρισμού για την Ευρωπαϊκή ένωση, αποτελεί εδώ και δεκαετίες, κεντρική κατευθυντήρια πολιτική, ως απάντηση στα ζητήματα ενίσχυσης του αγροτικού εισοδήματος, της περιφερειακής ανάπτυξης, της ερήμωσης της υπαίθρου, της αστυφιλίας, της μείωσης αγροτικής παραγωγής, της προστασίας του περιβάλλοντος, του αιτήματος του σύγχρονου ανθρώπου για την ποιότητα ζωής.
Σήμερα, υπολογίζεται ότι το 70% των Αμερικανών, Αυστραλών, Αυστριακών και Γερμανών και δεν είναι πολύ μικρότερο ποσοστό των κατοίκων των υπολοίπων χωρών του ΟΟΣΑ, κάνουν σε ετήσια βάση αγροτουρισμό.
Στην Ελλάδα, η οποία διαθέτει ανεπανάληπτη γεωγραφική ιδιομορφία, καταπληκτική ενδοχώρα, πολλά νησιά και παράκτιες περιοχές, στην Ελλάδα λοιπόν που κάθε χωριό έχει τα δικά του χρώματα, αρώματα, γεύσεις, κουλτούρα και παράδοση, ο αγροτουρισμός είναι ένα ισχυρό συμπληρωματικό προϊόν, αφού ο «αγροτουρίστας» είναι ο άνθρωπος που αναζητά την ποιότητα, την επαφή με τους ανθρώπους και την αυθεντικότητα όλο τον χρόνο. Είναι ο άνθρωπος υψηλού εισοδήματος που θέλει την επαφή με την φύση, τα αγνά υλικά, τα τοπικά προϊόντα και έχει κουλτούρα που δεν έχει κοινά με τον μαζικό τουρίστα.
Ο Αγροτουρισμός ή τουρισμός υπαίθρου λοιπόν, σημαίνει τουρισμό 12 μήνες το χρόνο.
Τα τελευταία χρόνια, αρχίζει να γίνεται συνείδηση ότι η ανάπτυξη των ήπιων μορφών τουρισμού και ιδιαίτερα του αγροτουρισμού, που χαρακτηρίζεται από τα στοιχεία του σεβασμού στον άνθρωπο και στο περιβάλλον, είναι η πλέον κατάλληλη μορφή τουρισμού που συμβάλλει στην καλύτερη γνωριμία και επικοινωνία των κατοίκων, στην διαπαιδαγώγηση των πολιτών ως προς την ανεκτικότητα της όποιας διαφοράς τους και την προστασία των φυσικών πόρων της Ελλάδας.
Με την πανδημία, μια Παγκόσμια Έρευνα λέει ότι, ο τουρισμός υπαίθρου και οι διακοπές στη φύση, έρχονται τρίτες στη προτίμηση των τουριστών, με σημαντική αύξηση σε σύγκριση με πριν από την πανδημία και το ίδιο ισχύει και για τη διαδικτυακή πλατφόρμα Airbrb η οποία δήλωσε ότι ετοιμάζεται για μια «σημαντική ανάκαμψη» στο κομμάτι αυτό.
Η γνωστή εταιρεία TUI ανακοίνωσε πρόσφατα ότι λανσάρει ένα σημαντικά ενισχυμένο χαρτοφυλάκιο με μια βελτιωμένη πρόταση αξίας και πρόσθετες εμπειρίες που θα δουν όλο και περισσότερους πελάτες να απολαμβάνουν περιηγήσεις και δραστηριότητες.
Επίσης, όπως δηλώνει ο Νίκος Ασημιανάκης, Α΄ Αντιπρόεδρος στο Δ.Σ. της Ευρωπαϊκής Ομοσπονδίας Αγροτουρισμού και Τουρισμού Υπαίθρου, «ο τουρισμός υπαίθρου – αγροτουρισμός ανταποκρίνεται στις νέες τάσεις, της ευρωπαϊκής ταξιδιωτικής αγοράς. Οι ταξιδιώτες προτιμούν για τις διακοπές τους, την επίσκεψή τους σε αγροτουριστική επιχείρηση – μονάδα της χώρας τους. Αυστριακοί, Γάλλοι, Ολλανδοί και άλλες εθνικότητες-σε μικρότερο ποσοστό οι Έλληνες- που απέκτησαν αυτή τη μοναδική εμπειρία, επιζητούν να την επαναλάβουν». Τονίζει δε ότι, «Ο επισκέπτης σε μια αγροτουριστική επιχείρηση – μονάδα έχει ένα προσωπικό καλωσόρισμα, μια εγκάρδια οικογενειακή υποδοχή, μια αυθεντική εμπειρία της ελληνικής υπαίθρου, της αγροτικής κουλτούρας, της τοπικής παράδοσης, του νόστιμου σπιτικού παραδοσιακού φαγητού με τοπικά προϊόντα και όχι απαραίτητα σε πολυτελή καταλύματα».
Πλεονεκτήματα και οφέλη
• Ο Αγροτουρισμός επιδιώκει τη δημιουργία θετικών κοινωνικών, πολιτιστικών και περιβαλλοντικών επιπτώσεων και ανταποκρίνεται στην ανάγκη των αγροτών, να αποκτήσουν συμπληρωματικό εισόδημα, απασχολούμενοι με τον τομέα των υπηρεσιών, καθώς και στην ανάγκη των κατοίκων των αστικών κέντρων, να επιστρέψουν στη φύση.
• Ο Αγροτουρισμός αναπτύσσει την τοπική κοινωνία. Συμβάλλει στη συνέχεια της παραγωγής παραδοσιακών προϊόντων, διατηρεί τέχνες που διαφορετικά θα είχαν εξαφανισθεί, συμβάλλει στην αναβίωση εθίμων και παραδοσιακών εκδηλώσεων, στη διατήρηση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, αποτελεί ένα μέσο επικοινωνίας των απομονωμένων περιοχών με τα μεγάλα αστικά κέντρα, αλλά και προσφέρει νέες προοπτικές ζωής στους νέους των περιοχών αυτών. Μέσω του Αγροτουρισμού προβάλλεται η πολιτιστική κληρονομιά, η μοναδικότητα της κάθε περιοχής.
• Ο Αγροτουρισμός προσφέρει στον επισκέπτη την ευκαιρία να γνωρίσει τις αγροτικές περιοχές, τις αγροτικές ασχολίες, τα τοπικά προϊόντα, την παραδοσιακή κουζίνα και την καθημερινή ζωή των κατοίκων, την πολιτιστική κληρονομιά κάθε περιοχής, με σεβασμό στο περιβάλλον και την παράδοση. Δίνει τη δυνατότητα στον επισκέπτη να έρθει σε επαφή με τη φύση και με τις δραστηριότητες στην ύπαιθρο, στις οποίες μπορεί να συμμετέχει.
Αγροτουρισμός λοιπόν, για να κρατήσουμε τον κόσμο στην ύπαιθρο. Για να τονώσουμε την αγροτική ζωή, να ενισχύσουμε το οικονομικό εισόδημα, για να σταματήσουν να ερημώνουν τα χωριά και οι μειονεκτικές περιοχές, για να διατηρήσουμε την αρχιτεκτονική μας κληρονομιάς, για να επιστρέψουν τα εισοδήματα στη τοπική κοινωνία, για να δημιουργηθούν προϋποθέσεις επενδύσεων και νέες θέσεις εργασίας .
Αγροτουρισμός, για να κρατήσουμε τους νέους στον τόπο τους και να δώσουμε διέξοδο από την ανεργία, αφού πρόκειται για μια αναπτυξιακή δραστηριότητα μέσα από την βιωματική γνωριμία με τον οικονομικό πολιτισμό της ελληνικής υπαίθρου. Αυτό σημαίνει γνωριμία με τον τρόπο λειτουργίας της ελληνικής αγροτικής οικογένειας, με τα παραδοσιακά αγροτικά επαγγέλματα και τις ντόπιες καλλιεργητικές μεθόδους παραγωγής, οι οποίες σπανίζουν ή έχουν εκλείψει.
Σημαίνει επίσης, την γνωριμία με τα πολιτισμικά στοιχεία μιας περιοχής, μέσα από την οργάνωση επισκέψεων σε ιστορικά και λοιπά τοπικά αξιοθέατα, καθώς και τη συμμετοχή σε υπαίθριες δραστηριότητες αναψυχής.
Άρα ο πρωτογενής τομέας, η γη και η διατροφή, κρατούν πάντα σταθερές αξίες, τις οποίες πρέπει να εκμεταλλευτούμε με τον Αγροτουρισμό.
Σημαντικό λοιπόν για τον Αγροτουρισμό ή τουρισμό υπαίθρου, τρία εμπλεκόμενα υπουργεία, Τουρισμού, Πολιτισμού και Αγροτικής Ανάπτυξης, όπου πρέπει να δώσουν τη δέουσα προσοχή στη ποιοτική ανάπτυξη του, στην προώθηση και την προβολή του. Γιατί ο Αγροτουρισμός «δεν είναι απλώς μια μορφή τουρισμού. Είναι μια διαφορετική προσέγγιση στον τρόπο ζωής, μια νέα πραγματικότητα, είναι ένα όραμα».