[χρόνος ανάγνωσης 4 λεπτά και 53 δευτ.]
Τα κράτη μέλη ενέκριναν τη Δευτέρα 14 Απριλίου 2025, την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής να καθυστερήσει η εφαρμογή των επικείμενων απαιτήσεων υποβολής εκθέσεων βιωσιμότητας και των απαιτήσεων δέουσας επιμέλειας.
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, η απόφαση αυτή παρέχει άμεσα ασφάλεια δικαίου για τις εταιρείες και αποτρέπει τις περιττές προσπάθειες συμμόρφωσης, ενόψει των επερχόμενων ευρύτερων αλλαγών που σχετίζονται με την απλούστευση.
Ακόμη αναφέρει ότι το μέτρο που εγκρίθηκε, θα αναβάλει για το 2028 τις απαιτήσεις της οδηγίας για την υποβολή εκθέσεων βιωσιμότητας από τις εταιρείες όσον αφορά τις μεγάλες εταιρείες που δεν έχουν ακόμη αρχίσει να υποβάλλουν εκθέσεις, καθώς και τις εισηγμένες μικρομεσαίες επιχειρήσεις. Θα αναβάλει επίσης για το 2028 την εφαρμογή της οδηγίας για την εταιρική δέουσα επιμέλεια όσον αφορά τη βιωσιμότητα για την πρώτη ομάδα εταιρειών που υπέχουν σχετική υποχρέωση. Χάρη στην πρωτοβουλία της Επιτροπής και τη δρομολόγηση με ταχείς ρυθμούς από το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο πριν από δύο εβδομάδες, αυτό είναι το πρώτο στοιχείο της δέσμης μέτρων απλούστευσης «Omnibus» για τη βιωσιμότητα που πρόκειται να εγκριθεί.
Ευρωπαϊκή Επιτροπή εκτιμά ότι αυτές οι πρώτες δέσμες μέτρων «Omnibus» συγκεντρώνουν προτάσεις από διάφορα συναφή νομοθετικά πεδία, καλύπτουν μια εκτεταμένη απλούστευση στους τομείς της υποβολής εκθέσεων για τη βιώσιμη χρηματοδότηση, της δέουσας επιμέλειας όσον αφορά τη βιωσιμότητα, της ταξινόμησης των επενδύσεων της ΕΕ, του μηχανισμού συνοριακής προσαρμογής άνθρακα, και των ευρωπαϊκών επενδυτικών προγραμμάτων.
Επίσης επισημαίνει ότι εάν εγκριθούν και εφαρμοστούν στην παρούσα μορφή, με συντηρητικές εκτιμήσεις, οι εν λόγω προτάσεις θα επιφέρουν συνολική εξοικονόμηση ετήσιων διοικητικών δαπανών ύψους περίπου 6,3 δισ. ευρώ, και παράλληλα θα κινητοποιήσουν πρόσθετη δημόσια και ιδιωτική επενδυτική ικανότητα ύψους 50 δισ. ευρώ για τη στήριξη προτεραιοτήτων πολιτικής.
Ειδικότερα, οι κύριες αλλαγές στον τομέα της υποβολής εκθέσεων βιωσιμότητας (CSRD και ταξινόμηση των επενδύσεων της ΕΕ) πρόκειται:
• Να αφαιρέσουν περίπου το 80 % των εταιρειών από το πεδίο εφαρμογής της οδηγίας CSRD, εστιάζοντας τις υποχρεώσεις υποβολής εκθέσεων βιωσιμότητας στις μεγαλύτερες εταιρείες, οι οποίες πιθανότατα διαθέτουν τον μεγαλύτερο αντίκτυπο στους ανθρώπους και το περιβάλλον,
• Να διασφαλίσουν ότι οι απαιτήσεις υποβολής εκθέσεων βιωσιμότητας για τις μεγάλες εταιρείες δεν επιβαρύνουν τις μικρότερες εταιρείες στις αξιακές αλυσίδες τους.
• Να αναβάλλουν κατά δύο έτη (έως το 2028) τις απαιτήσεις υποβολής πληροφοριών για τις εταιρείες που εμπίπτουν επί του παρόντος στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας CSRD και οι οποίες υποχρεούνται να υποβάλλουν πληροφορίες από το 2026 ή το 2027.
• Να μειώσουν τον φόρτο των υποχρεώσεων υποβολής πληροφοριών στο πλαίσιο της ταξινόμησης και να τον περιορίσουν στις μεγαλύτερες εταιρείες (που αντιστοιχούν στο πεδίο εφαρμογής της οδηγίας CSDDD), διατηρώντας παράλληλα τη δυνατότητα εθελοντικής υποβολής πληροφοριών για τις άλλες μεγάλες εταιρείες, εντός του μελλοντικού πεδίου εφαρμογής της οδηγίας CSRD. Το γεγονός αυτό αναμένεται να παρέχει σημαντική εξοικονόμηση κόστους για τις εταιρείες, ενώ παράλληλα, οι επιχειρήσεις που επιθυμούν να έχουν πρόσβαση σε βιώσιμη χρηματοδότηση θα μπορούν να συνεχίζουν να υποβάλλουν πληροφορίες.
• Να θεσπίσουν την επιλογή της υποβολής πληροφοριών σχετικά με δραστηριότητες που συγκλίνουν εν μέρει με την ταξινόμηση, γεγονός που θα προωθήσει τη σταδιακή περιβαλλοντική μετάβαση των δραστηριοτήτων με την πάροδο του χρόνου, σε συμμόρφωση με τον στόχο της κλιμάκωσης της χρηματοδότησης της μετάβασης, ώστε να βοηθηθούν οι εταιρείες στην πορεία τους προς τη βιωσιμότητα.
• Να θεσπίσουν ένα όριο χρηματοοικονομικής σημαντικότητας για την υποβολή πληροφοριών στο πλαίσιο της ταξινόμησης των επενδύσεων μειώνοντας τα υποδείγματα υποβολής πληροφοριών κατά περίπου 70 %.
• Να εισάγουν απλουστεύσεις στα πλέον σύνθετα κριτήρια «μη πρόκλησης σημαντικής επιβάρυνσης» (DNSH), για την πρόληψη και τον έλεγχο της ρύπανσης που σχετίζονται με τη χρήση και την παρουσία χημικών ουσιών, που βρίσκουν οριζόντια εφαρμογή σε όλους τους οικονομικούς τομείς, στο πλαίσιο της ταξινόμησης, ως ένα πρώτο βήμα για την αναθεώρηση και την απλούστευση όλων των εν λόγω κριτηρίων.
• Να προσαρμόσουν, μεταξύ άλλων, τον βασικό δείκτη επιδόσεων που βασίζεται στην ταξινόμηση για τις τράπεζες, του δείκτη πράσινων στοιχείων ενεργητικού (στο εξής: GAR). Οι τράπεζες θα μπορούν να εξαιρούν από τον παρονομαστή του GAR ανοίγματα που σχετίζονται με επιχειρήσεις που δεν εμπίπτουν στο μελλοντικό πεδίο εφαρμογής της οδηγίας CSRD (δηλαδή εταιρείες με λιγότερους από 1000 εργαζομένους, και κύκλο εργασιών που δεν ξεπερνά τα 50 εκατ. ευρώ).
Οι κύριες αλλαγές στον τομέα της δέουσας επιμέλειας όσον αφορά τη βιωσιμότητα θα είναι οι εξής:
• Η απλούστευση των απαιτήσεων δέουσας επιμέλειας όσον αφορά τη βιωσιμότητα, ώστε οι εταιρείες που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής να αποφεύγουν περιττές περιπλοκές και δαπάνες, π.χ. εστιάζοντας τις συστηματικές απαιτήσεις δέουσας επιμέλειας στους άμεσους επιχειρηματικούς εταίρους· και μειώνοντας τη συχνότητα των περιοδικών αξιολογήσεων και της παρακολούθησης των εταίρων τους από ετήσια σε πενταετή βάση, με ad hoc αξιολογήσεις, όπου απαιτείται.
• Η μείωση του φόρτου και των αλυσιδωτών επιπτώσεων για τις ΜΜΕ και τις νότιες χώρες, χάρη στον περιορισμό του όγκου των πληροφοριών που μπορούν να ζητηθούν στο πλαίσιο της χαρτογράφησης της αξιακής αλυσίδας από μεγάλες εταιρείες.
• Περαιτέρω αύξηση της εναρμόνισης των απαιτήσεων δέουσας επιμέλειας για τη διασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού σε ολόκληρη την ΕΕ.
• Άρση των όρων αστικής ευθύνης της ΕΕ, διατηρώντας παράλληλα το δικαίωμα των θυμάτων σε πλήρη αποζημίωση για ζημίες που προκαλούνται από μη συμμόρφωση, και προστατεύοντας τις εταιρείες από την υπέρμετρη αποζημίωση, στο πλαίσιο των καθεστώτων αστικής ευθύνης των κρατών μελών.
• Παροχή περισσότερου χρόνου στις εταιρείες προκειμένου να προετοιμαστούν για τις νέες απαιτήσεις με τις οποίες καλούνται να συμμορφωθούν, αναβάλλοντας την εφαρμογή των απαιτήσεων δέουσας επιμέλειας όσον αφορά τη βιωσιμότητα για τις μεγαλύτερες εταιρείες κατά ένα έτος (έως τις 26 Ιουλίου 2028), ενώ παράλληλα επιταχύνεται η έγκριση των κατευθυντήριων γραμμών κατά ένα έτος (Ιούλιος 2026).
Οι κύριες αλλαγές στον μηχανισμό συνοριακής προσαρμογής άνθρακα θα είναι οι εξής:
Η εξαίρεση των μικρών εισαγωγέων από τις υποχρεώσεις του ΜΣΠΑ, κυρίως ΜΜΕ και ιδιώτες. Πρόκειται για εισαγωγείς που εισάγουν μικρές ποσότητες εμπορευμάτων ΜΣΠΑ, τα οποία αντιπροσωπεύουν πολύ μικρές ποσότητες ενσωματωμένων εκπομπών που εισέρχονται στην Ένωση από τρίτες χώρες. Η εν λόγω εξαίρεση βασίζεται στη θέσπιση νέου σωρευτικού ετήσιου ορίου ΜΣΠΑ 50 τόνων ανά εισαγωγέα, το οποίο καταργεί τις υποχρεώσεις ΜΣΠΑ για περίπου 182,000 ή το 90 % των εισαγωγέων, κυρίως ΜΜΕ, ενώ εξακολουθεί να καλύπτεται πάνω από το 99 % των εκπομπών που εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής.
• Απλούστευση των κανόνων για τις εταιρείες που εξακολουθούν να εμπίπτουν στο πεδίο εφαρμογής του ΜΣΠΑ: για την αδειοδότηση των διασαφιστών ΜΣΠΑ, καθώς και για τους κανόνες που σχετίζονται με τις υποχρεώσεις του ΜΣΠΑ, συμπεριλαμβανομένου του υπολογισμού των ενσωματωμένων εκπομπών και των απαιτήσεων υποβολής εκθέσεων.
• Μακροπρόθεσμα ο ΜΣΠΑ να καταστεί περισσότερο αποτελεσματικός, μέσω της ενίσχυσης των κανόνων για αποφυγή της καταστρατήγησης και της κατάχρησης.
• Η εν λόγω απλούστευση προηγείται της μελλοντικής επέκτασης του ΜΣΠΑ σε άλλους τομείς του ΣΕΔΕ, αγαθά επόμενου σταδίου, και πρόκειται να την ακολουθήσει η υποβολή νέας νομοθετικής πρότασης σχετικά με την επέκταση του πεδίου εφαρμογής του ΜΣΠΑ, στις αρχές του 2026.
Απελευθέρωση επενδυτικών ευκαιριών
Η Επιτροπή προτείνει επίσης μια σειρά τροποποιήσεων για την απλούστευση και τη βελτιστοποίηση της χρήσης διαφόρων επενδυτικών προγραμμάτων, συμπεριλαμβανομένων του InvestEU, του ΕΤΣΕ καθώς και «κληροδοτημένων» χρηματοδοτικών μέσων.
Το InvestEU, το μεγαλύτερο μέσο επιμερισμού κινδύνων της ΕΕ για τη στήριξη επενδύσεων προτεραιότητας εντός της Ένωσης, διαδραματίζει καίριο ρόλο στην αντιμετώπιση των οικονομικών φραγμών και στην προώθηση των επενδύσεων που απαιτούνται για την ανταγωνιστικότητα, την έρευνα και την καινοτομία, την απανθρακοποίηση, την περιβαλλοντική βιωσιμότητα και τις δεξιότητες. Επί του παρόντος, σχεδόν το 45 % των δραστηριοτήτων του μέσου στηρίζουν κλιματικούς στόχους.
Οι προτεινόμενες αλλαγές είναι οι ακόλουθες:
• Αύξηση της επενδυτικής ικανότητας της ΕΕ μέσω της χρήσης αποδόσεων από προηγούμενες επενδύσεις, καθώς και βελτιστοποιημένη χρήση των κονδυλίων που παραμένουν διαθέσιμα στο πλαίσιο κληροδοτημένων μέσων, γεγονός που θα επιτρέψει τη διάθεση μεγαλύτερης χρηματοδότησης στις επιχειρήσεις. Αυτό αναμένεται να κινητοποιήσει περίπου 50 δισ. ευρώ σε πρόσθετες δημόσιες και ιδιωτικές επενδύσεις. Η αυξημένη ικανότητα του InvestEU θα χρησιμοποιηθεί κυρίως για τη χρηματοδότηση περισσότερο καινοτόμων δραστηριοτήτων για τη στήριξη πολιτικών προτεραιότητας, όπως η πυξίδα ανταγωνιστικότητας και η συμφωνία για καθαρή βιομηχανία.
• Διευκόλυνση στη συμβολή των κρατών μελών στο πρόγραμμα, στο να στηρίξουν τις δικές τους επιχειρήσεις και να κινητοποιήσουν ιδιωτικές επενδύσεις.
• Απλούστευση των διοικητικών απαιτήσεων για τους εταίρους υλοποίησης, τους ενδιάμεσους χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς και τους τελικούς αποδέκτες, ιδίως τις ΜΜΕ. Τα προτεινόμενα μέτρα απλούστευσης αναμένεται να αποφέρουν εξοικονόμηση κόστους ύψους 350 εκατ. ευρώ.