[χρόνος ανάγνωσης 4 λεπτά]
Του Γιώργου Ατσαλάκη
Θα πρέπει να γνωρίζουμε πολλά οικονομικά διδάγματα που πρέπει να λαμβάνουμε υπόψη, όπως η έννοια του χρήματος, τους νόμους της προσφοράς και της ζήτησης και τους οικονομικούς παράγοντες που επηρεάζουν την αξία του χρήματος. Πρέπει επίσης να ξέρουμε τα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα που προκαλούνται από κερδοσκοπικές φούσκες, τη σημασία του χρήματος ως μέσο αξίας και ως μέσο ανταλλαγής. Πρέπει να ξέρουμε πώς η διαθεσιμότητα της πίστωσης και το επίπεδο των επιτοκίων επηρεάζει τις τιμές των περιουσιακών στοιχείων.
Είναι ενδιαφέρον να ξέρουμε πώς ανθεί το χρηματιστήριο σε συνδυασμό με τα χαμηλά επιτόκια και πως επηρεάζουν άλλους τομείς της οικονομίας, όπως οι αξίες των ακινήτων. Επίσης να ξέρουμε τα προβλήματα που προκαλούνται από την πολύ μείωση της προσφορά χρήματος.
Όπως αποδεικνύεται η μορφή χρημάτων έχει πολύ μικρή σημασία, αυτό που έχει σημασία είναι ότι οι συναλλασσόμενοι μπορούν να εμπιστευτούν ότι αν ανταλλάξουν αγαθά και υπηρεσίες για μια μορφή χρημάτων, τα χρήματα θα διατηρήσουν την αξία τους και σε κάποιο μεταγενέστερο στάδιο μπορεί να χρησιμοποιηθεί για να αγοράσει κάτι άλλο.
Τι γίνεται όμως όταν οι συναλλασσόμενοι εμπιστεύονται την αξία του χρήματος αλλά αντιληφθούν ότι τα χρήματα που κατέθεσαν στην τράπεζα δεν μπορούν να τα αναλήψουν;
Οι τράπεζες δεν μπορούν να δανείσουν όλα τα χρήματα που έρχονται ως καταθέσεις. Κάποια από τα χρήματα που δανείζονται πρέπει να προέρχονται από το μετοχικό τους κεφάλαιο. Έτσι, αν κάποια από τα δάνεια αθετηθεί, θα χάσουν τα λεφτά τους οι μέτοχοι και όχι οι καταθέτες. Οι κεφαλαιακές απαιτήσεις της τράπεζας είναι «βασισμένες στον κίνδυνο» και πρέπει να διατηρούνται στις ΗΠΑ πάνω από 4% για να είναι «επαρκώς κεφαλαιοποιημένες» και πάνω από 5% για να θεωρούνται «καλά κεφαλαιοποιημένες». Διαφορετικοί τύποι περιουσιακών στοιχείων έχουν διαφορετικούς συντελεστές στάθμισης κινδύνου και αυτό γίνεται για να διατηρούνται οι καταθέσεις ασφαλείς. Τα ασφαλέστερα περιουσιακά στοιχεία – όπως τα ομόλογα δημοσίου έχουν μηδενική στάθμιση κινδύνου, επομένως μια τράπεζα που έχει τα πάντα σε ομόλογα δημοσίου πρέπει να καλύψει μόνο αυτή την κεφαλαιακή απαίτηση 4%.
Μια τράπεζα που χορηγεί πολλά στεγαστικά και επιχειρηματικά δάνεια μπορεί να έχει κεφαλαιακή απαίτηση περίπου 8%, και περιουσιακά στοιχεία όπως το bitcoin έχουν κεφαλαιακή απαίτηση 100%, που σημαίνει ότι μια τράπεζα θα πρέπει να έχει ίδια κεφάλαια $200 για κάθε $200 bitcoin στα δικά της λογιστικά βιβλία.
Το ελάχιστο ποσό που θα πρέπει να κρατήσει μια τράπεζα χωρίς να το δανείσει είναι 5% των ιδίων κεφαλαίων της ανεξάρτητα από τη στάθμιση κινδύνου των περιουσιακών της στοιχείων, καθώς κάτω από αυτό δεν θεωρούνται πλέον καλά κεφαλαιοποιημένα. Εάν η τράπεζα έχει ζημίες που υπερβαίνουν αυτό το όριο, η τράπεζα πρέπει να προβεί σε αύξηση ιδίων κεφαλαίων για να καλύψει την ζημιά.
Εάν δεν το καταφέρει οδηγείται σε δυσμενή οικονομική κατάσταση και πολύ κοντά στην χρεοκοπία.
Πρόσφατα σε δυσμενή οικονομική θέση βρέθηκε η Αμερικάνικη τράπεζα Silvergate οι οποία είχε ως πελάτες κυρίως, πολλούς μεγάλους πελάτες κρυπτονομισμάτων, καθώς έπρεπε να καταθέτουν σε κάποια τράπεζα τα δολάρια που λάμβαναν όταν πωλούσαν κρυπτονομίσματα. Λειτουργούσε ως κανονική τράπεζα και δάνειζε τα χρήματα των καταθετών (στους οποίους δεν πλήρωνε επιτόκιο) με εγγύηση Bitcoins και άλλα κρυπτονομίσματα περίπου $1,4 δις, και το μεγαλύτερο όμως μέρος περίπου $11,4 δις το είχε επενδύσει σε κρατικά ομόλογα.
Οι καταθέτες της Silvergate απέσυραν περίπου $9 δις από τα 13 δις καταθέσεων το τελευταίο τρίμηνο το 2022. Τότε η τράπεζα έπρεπε να βρει χρήματα για να πληρώσει τους καταθέτες. Είχε δύο επιλογές είτε να ζητήσει από εκείνους που τους δάνεισε τα χρήματα να επιστρέψουν πίσω τα δάνεια πράγμα το οποίο είναι πολύ δύσκολο. Είτε να ρευστοποιεί ομόλογα σε τιμές χαμηλότερο από την ονομαστική τους αξία προκειμένου να αποκτήσει τη ρευστότητα για να καλύψει τη μεγάλη ζήτηση αναλήψεων που αντιμετώπιζε.
Η πρόσφατη όμως αύξηση των επιτοκίων είχε οδηγήσει τις αποδόσεις των ομολόγων σε υψηλότερα επίπεδα αλλά την αξία των ομολόγων σε χαμηλότερα επίπεδα. Εάν διακρατηθούν τα ομόλογα μέχρι την λήξη τους αυτό δεν είναι πρόβλημα. Πουλώντας όμως ομόλογα νωρίτερα από την λήξη τους, όταν έχουμε υψηλά επιτόκια, θα πωληθούν αρκετά κάτω από την τιμή που τα αγοράσαμε.
Η Silvergate αναγκάστηκε να πωλήσει ομόλογα κάτω από την ονομαστική τους αξία και άρχισε να καταγράφει ζημίες που ξεπέρασαν το $1δις. Για να καλύψει τις ζημιές έπρεπε να κάνει αύξηση μετοχικού κεφαλαίου. Δυστυχώς κάτω από αυτές τις συνθήκες κανένας επενδυτής δεν δέχεται να συμμετάσχει σε μια επιχείρηση που οδηγείται προς τη χρεοκοπία. Έτσι πρόσφατα ανακοίνωσε την εθελοντική αναστολή των εργασιών της και την εκκαθάριση της. Στις ΗΠΑ οι καταθέσεις πάνω από $250.000 δεν είναι εγγυημένες.
Μια άλλη τράπεζα η Silicon Valley Bank (16η στις ΗΠΑ) αντιμετώπισε ασυνήθιστα υψηλές εκροές καταθέσεων εξ αιτίας της απόσυρσης καταθέσεων από νεοφυείς επιχειρήσεις (start-ups). Αναγκάστηκε να πωλήσει ομόλογα κάτω από την ονομαστική της αξία, και να καταγράψει ζημίες για να ικανοποιήσει την απόσυρση των καταθέσεων.
Η αποτυχία της SVB να καλύψει τις ζημιές αυξάνοντας το μετοχικό της κεφάλαιο ή να αγοραστεί από μια μεγαλύτερη τράπεζα οδήγησε σε πτώση των τραπεζικών μετοχών, οι οποίες μειώθηκαν σχεδόν κατά το ένα πέμπτο την περασμένη εβδομάδα. Το 93% των καταθετών δεν καλύπτονται από την εγγύηση των $250.000. Υπάρχει μια τράπεζα που έχει καταθέσει στην SVB πάνω από $3 τρις. Εάν οι επενδύσεις της δεν είναι σε πολύπλοκα χρηματοοικονομικά προϊόντα, ενδέχεται από την ρευστοποίηση του ενεργητικού να καλυφθούν πολύ μεγαλύτερα ποσά από το όριο εγγύησης των καταθέσεων. Η ανακοίνωση για μη διάσωση της τράπεζας από τις αρχές των ΗΠΑ οδηγεί στην πώληση ή στη εκκαθάριση της τράπεζας. Η καλύτερη επιλογή θα ήταν η πώληση.
Επειδή η SVB χρηματοδοτούσε κυρίως νεοφυείς επιχειρήσεις έχοντας πολύ σημαντική θέση στην αγορά, ίσως να είναι ευκολότερο να βρεθεί κάποιος αγοραστής που να ενδιαφέρεται να εισέλθει στο χώρο των νεοφυών επιχειρήσεων.
Όταν μια τράπεζα καταρρέει, αναζητούνται άλλα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, τα οποία μπορεί να είναι εκτεθειμένα μέσω συναλλαγών με την τράπεζα που κατέρρευσε. Σε περίπτωση πανικού, ακόμη και μικρότερες τράπεζες με ευρωστία ενδέχεται να χάσουν καταθέτες καθώς θα μεταφέρουν τις καταθέσεις τους σε πιο εύρωστες και ακίνδυνες τράπεζες. Περαιτέρω επιπτώσεις επέρχονται στην αγορά των κρυπτονομισμάτων και κυρίως των σταθερών κρυπτονομισμάτων που είναι συνδεδεμένα με το δολάριο τα stabelcoin. Οι καταθέτες απομακρύνονται από ασταθή και αβέβαια stablecoin προς περισσότερο διαφανή και σταθερά για να προστατευθούν.
Και άλλες τράπεζες οι οποίες αντιμετωπίζουν εκροή καταθέσεων και θα πρέπει να ρευστοποιήσουν ομόλογα θα βρεθούν αντιμέτωπες με πιθανές χρεοκοπίες. Τις επόμενες ημέρες οι επενδυτές θα αναζητούν ποιες τράπεζες ενδέχεται να αντιμετωπίσουν απόσυρση καταθέσεων και θα τρέξουν να πουλήσουν τις μετοχές τους και να αποσύρουν τις καταθέσεις τους.
Ο Γιώργος Ατσαλάκης, είναι Οικονομολόγος, Αναπληρωτής Καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης, Εργαστήριο Ανάλυσης Δεδομένων και Πρόβλεψης