του Γιώργου Ατσαλάκη*
Η επανάσταση που έφερε η ενέργεια είναι η δυνατότητα να εκτελούνται εργασίες με φθηνό τρόπο, οι οποίες χρειαζόταν τεράστιος αριθμό από εργατοώρες για να γίνουν χειροκίνητα. Ουσιαστικά η πρόσβαση στην ενέργεια καθορίζει τον τρόπο με τον οποίον εκτελούμε τις εργασίες, καθορίζει πώς λειτουργεί η κοινωνία, πώς πληρωνόμαστε, τι ύψους μισθούς λαμβάνουμε, τι κέρδη έχουμε και πόσο φθηνά αγαθά και υπηρεσίες θα παράγουμε. Στην ύφανση για παράδειγμα με την ανθρώπινη μυϊκή δύναμή μπορούσαν να κινηθούν 24 άτρακτοι, με την υδροκίνηση από ποτάμια έγιναν 100, με τον ατμό από άνθρακα έγιναν πάνω από 1.000 κ.ο.κ.
Η ενέργεια δημιουργώντας πολύ υψηλότερη απόδοση με την ίδια ποσότητα ανθρώπινης εισροής για κάθε ώρα της ανθρώπινης εργασίας, αυξάνει την παραγωγικότητα και δίνει την δυνατότητα να υπάρχουν κέρδη, οπότε να καταβάλλονται και υψηλότεροι μισθοί και φθηνά αγαθά για τον άνθρωπο. Στις ΗΠΑ εξ αιτίας της ενέργειας, καταναλώνονται 50 φορές περισσότερα αγαθά σε σχέση με 200 έτη πριν.
Η ανάπτυξη των εθνών έχει συνδεθεί με την προμήθεια και τη χρήση φθηνής ενέργειας. Η ενέργεια αποτελεί κρίσιμο πόρο στην ανάπτυξη των εθνών από αμνημονεύτων ετών. Η πρόσβαση στην ενέργεια είναι βασικός πυλώνας για την οικονομική ανάπτυξη, την εξάλειψη της φτώχειας και την ευημερία του ανθρώπου. Διασφαλίζοντας ότι όλοι έχουν επαρκή πρόσβαση στην ενέργεια είναι μια συνεχής και σημαντική πρόκληση για την παγκόσμια ανάπτυξη. Η ενέργεια είναι εξαιρετικά κρίσιμη στην εκβιομηχάνιση μιας χώρας. Χρειάζεται άφθονη και φθηνή ηλεκτρική ενέργεια για την ανάπτυξη της βιομηχανίας. Είναι απαραίτητη ακόμα και για τις χώρες που βασίζονται στις υπηρεσίες όπως ο τουρισμός ακόμα και για τις χώρες που βασίζονται στις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες.
Η ενέργεια είναι απαραίτητη για να μετακινηθεί μια χώρα από την κατάσταση της υπανάπτυξης στην κατάσταση των ανεπτυγμένων χωρών, και ως εκ τούτου δημιουργείται ευημερία και πλούτος. Ας δούμε της χώρες της Μέσης Ανατολής, που από ερήμους μετατράπηκαν σε πλούσιες χώρες. Ακόμα και οι προηγμένες χώρες δεν θα ήταν τόσο αναπτυγμένες όσο τις βλέπουμε σήμερα, εάν δεν είχαν «κτίσει» τις οικονομίες τους βασιζόμενες στην ενέργεια.
Υπάρχει μια άμεση σχέση μεταξύ επαρκούς ενέργειας και οικονομικής ανάπτυξης. Εάν δεν έχουμε την ενέργεια που χρειαζόμαστε για να μπορέσουν να κινηθούν τα τεχνολογικά ανθρώπινα επιτεύγματα, μέσω της βιομηχανίας ή για να μπορέσει να κινηθεί ακόμη μια απλή επιχείρηση παροχής υπηρεσιών, τότε θα υπάρχει άμεσο αντίκτυπο στο ΑΕΠ. Η επίπτωση της έλλειψης ενέργειας στην οικονομικής ανάπτυξη είναι θεμελιώδης, καθόσον χωρίς επαρκή παροχή ενέργειας δεν μπορεί να αναπτυχθεί η βιομηχανία και επομένως δεν μπορεί να οδηγηθεί η χώρα σε ανάπτυξη.
Το παγκόσμιο ενεργειακό μείγμα αποτελείται από μη ανανεώσιμες πηγές ενέργειας που περιλαμβάνουν ορυκτά καύσιμα με κυριότερα τον άνθρακας, το πετρέλαιο το φυσικό αέριο και από ανανεώσιμες πηγές ενέργειας που περιλαμβάνουν την υδροηλεκτρική, την ηλιακή, την αιολική κλπ. Μερικές από αυτές έχουν γίνει πιο σημαντικές από άλλες με την πάροδο του χρόνου. Στις αρχές του 20ου αιώνα για πρώτη φορά στον κόσμο κατασκευάστηκαν υδροηλεκτρικά εργοστάσια. Παρόλα αυτά ο άνθρακας ήταν η κυρίαρχη πηγή ενέργειας μέχρι τα μέσα του 20ου αιώνα, αντιπροσωπεύοντας σχεδόν το μισό της παγκόσμια ενεργειακής ζήτησης. Μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο η πυρηνική ενέργεια εισήχθη για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας παράλληλα με τις παραδοσιακές πηγές ενέργειας όπως ο άνθρακας και το πετρέλαιο. Ως αποτέλεσμα της αραβο-ισραηλινής κρίσης το 1973, οι αραβικές χώρες, οι κύριοι παραγωγοί πετρελαίου, σταμάτησαν να προμηθεύουν την παγκόσμια αγορά. Τότε οι τιμές του πετρελαίου εκτοξεύτηκαν στα ύψη και δημιουργήθηκε μια τεράστια ενεργειακή κρίση και ολόκληρος ο κόσμος ξαφνικά ακόμα και μέσα στις ΗΠΑ έκαναν ουρές για να βρουν βενζίνη για τα αυτοκίνητά τους.
Αυτό σήμαινε τότε, ότι οι χώρες που εξαρτιόνταν από το αργό πετρέλαιο, για τις πρωτογενείς ενεργειακές τους ανάγκες, έπρεπε να διαφοροποιήσουν αυτές τις πηγές ενέργειας. Το φυσικό αέριο έγινε προτιμώμενο καύσιμο για παραγωγή ενέργειας παρέχοντας βελτιώσεις στη θερμική απόδοση σε σύγκριση με τους συμβατικούς σταθμούς ηλεκτροπαραγωγής. Είναι πιο καθαρό για την ατμόσφαιρα από το πετρέλαιο και ήταν σχετικά φθηνό και είναι επίσης πολύ αποδοτικό όταν χρησιμοποιείται για θέρμανση. Η παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας από το πετρέλαιο κόστιζε, το βαρέλι, περίπου 120$ το 2012. Ενώ η τιμή του φυσικού αερίου ήταν περίπου 8,5$. Όποιος χρησιμοποιούσε φυσικό αέριο είχε 14 φορές λιγότερο ενεργειακό κόστος παραγωγής. Οπότε η συμβολή του στην ανάπτυξη ήταν τεράστια.
Τα μεγαλύτερα αποθέματα φυσικού αερίου βρίσκονται στη Ρωσία, στο Ιράν, στο Κατάρ και στις ΗΠΑ. Οι μεγαλύτεροι παραγωγοί είναι οι ΗΠΑ, Ρωσία, Ιράν, Κατάρ και Καναδάς. Ολοένα και περισσότερες χώρες ενθαρρύνουν την εκμετάλλευση και χρήση φυσικού αερίου. Το φυσικό αέριο μπορεί να μετατραπεί άμεσα σε ηλεκτρική ενέργεια, για την παραγωγή θερμότητας, μετατρέπεται σε καύσιμο για τα μεταφορικά μέσα ή με χημική επεξεργασία παράγει λιπάσματα και πλαστικά.
Το φυσικό αέριο συμβάλει περαιτέρω στην εκβιομηχανοποίηση, καθόσον χρησιμοποιείται τόσο για χημικές όσο και για πετροχημικές ανάγκες. Επίσης ως πρώτη ύλη μπορεί να χρησιμοποιηθεί συνδυαστικά για θέρμανση και ενέργεια όπως στην επεξεργασία ορυκτών όπως π.χ. για το βωξίτη που εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη χρήση του φυσικού αερίου τόσο για θέρμανση όσο και για ρεύμα.
Το φυσικό αέριο μεταφέρεται διαφορετικά από ότι το πετρέλαιο δεδομένου της αέριας μορφής του. Δεν μπορεί απλά να φορτωθεί σε πλοίο ή τρένο για να μεταφερθεί από την πηγή στον καταναλωτή. Δεν μπορούν να φτιαχτούν μεγάλης απόστασης αγωγοί οπότε διατίθεται κυρίως περιφερειακά από τον τόπο που παράγεται. Επομένως περισσότερο χρησιμοποιείται και εμπορεύεται σε περιφερειακή βάση με την Ρωσία να λαμβάνει το μεγαλύτερο μερίδιο της αγοράς της Ευρώπης επειδή έχει αναπτύξει την υποδομή για διασύνδεση πολλών χωρών με αγωγούς.
Τώρα όμως είναι διαθέσιμη η τεχνολογία που επιτρέπει να μεταφερθεί το φυσικό αέριο σε διαφορετικές αποστάσεις από ότι οι αγωγοί. Είναι τα συστήματα μεταφοράς LNG όπου το φυσικό αέριο υγροποιείται σε 600 φορές μικρότερο όγκο.
Τώρα υπάρχει η δυνατότητα να μεταφερθεί το αέριο εκεί που θα καταναλωθεί όσο μακριά και να είναι. Αυτή η δυνατότητα έχει δημιουργήσει δυναμική ζήτηση σε όλο τον κόσμο για το LNG. Έτσι πολλές χώρες οδηγούνται σε οικονομικό μετασχηματισμό βασισμένες στο φυσικό αέριο.
Η ύπαρξη άφθονης και φθηνής ενέργειας συμβάλει στην οικονομική ανάπτυξη και στην δυνατότητα να παράγονται προϊόντα σε προσιτές τιμές. Η αύξηση των παραγόμενων ποσοτήτων φυσικού αερίου θα αυξήσει τις προσφερόμενες ποσότητες οπότε θα μειώσει τις τιμές της ενέργειας και θα συμβάλει στην μείωση του πληθωρισμού. Ειδικά για την χώρα μας θα υπάρχουν τα παρακάτω οφέλη:
1) Ενεργειακή ανεξαρτησία και ενεργειακή ασφάλεια.
2) Σημαντική εξοικονόμηση πόρων για την εισαγωγή περίπου 6-7 δις κ.μ. φυσικού αερίου που θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν σε άλλους τομείς της οικονομίας.
3) Μείωση των απωλειών από την συναλλαγματική διαφορά με το δολάριο, όπου το ευρώ έχει υποτιμηθεί κατά 20% περίπου από πέρυσι.
4) Μείωση της εξάρτησης από τον υπάρχοντα αγωγό φυσικού αερίου που περνά από μη φιλικές χώρες.
5) Προμήθεια ενέργειας σε πολύ μειωμένη τιμή λόγω εγχώριας παραγωγής και μικρότερου κόστους μεταφοράς πράγμα απαραίτητο για την ανάπτυξη της οικονομίας.
6) Αύξηση του ΑΕΠ καθώς η φθηνή ενεργειακή πηγή θα συμβάλει στην ανταγωνιστική οικονομική ανάπτυξη.
7) Συμβολή στην απασχόληση με πολύ υψηλούς μισθούς και στην επιστροφή νέων που έχουν μεταναστεύσει στο εξωτερικό.
8) Ισχυροποίηση της γεωπολιτικής θέσης της χώρας ενόψει των απειλών που δέχεται η χώρα και παράλληλα άσκηση των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων νότια της Κρήτης σε οριοθετημένες ΑΟΖ.
9) Βασικός προμηθευτής ενέργειας της Ε.Ε. ώστε να επιταχυνθεί η εξάρτηση της από εισαγόμενο φυσικό αέριο εκτός Ε.Ε.
Τα αποθέματα μας μπορούν να συμβάλουν στην αύξηση των παραγόμενων ποσοτήτων σε ευρωπαϊκό επίπεδο, ώστε να μειωθούν οι τιμές της ενέργειας. Τα αποθέματα μας αν και δεν μπορούμε να κάνουμε ασφαλείς εκτιμήσεις, με ένα συντηρητικό υπολογισμό ανέρχονται σε τουλάχιστον 70 δις κ.μ. νότια-δυτικά της Κρήτης. Η εξόρυξη του φυσικού αερίου σε ευρωπαϊκό έδαφος με βάση της ευρωπαϊκές προδιαγραφές θα προστατεύσει πολύ περισσότερο το περιβάλλον σε σχέση με το εισαγόμενο αέριο που παράγεται σε άλλες χώρες όπου η προστασία του περιβάλλοντος δεν λαμβάνεται καθόλου υπόψη.
*Ο Γιώργος Ατσαλάκης, είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης, Εργαστήριο Ανάλυσης Δεδομένων και Πρόβλεψης