[χρόνος ανάγνωσης 4 λεπτά και 28 δευτ.]
Η Κύπρος αποτελούσε, από την αρχαιότητα, μια από τις αρχέγονες κοιτίδες της αμπελουργίας και του κρασιού. Αμπέλια καλλιεργούνται σε ολόκληρη την Κύπρο και σε πολλές περιοχές παράγονται αξιόλογα κρασιά. Η γεωλογική ιδιομορφία της οροσειράς του Τροόδους, σε συνδυασμό με το ήπιο, μεσογειακό κλίμα, δίνουν κρασιά μοναδικών γεύσεων και αρωμάτων, φτιαγμένα από γηγενείς ποικιλίες που φυτρώνουν στο νησί για χιλιάδες χρόνια. Μεταξύ των αμπελώνων της Κύπρου συναντούμε, περίπου δεκαπέντε ποικιλίες, που μπορούν να θεωρηθούν αυτόχθονες.
Σύμφωνα με την Έρευνα Αγοράς για το Κυπριακό κρασί, του Γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων της Ελληνικής Πρεσβείας της Ελλάδας στη Λευκωσία στην Κύπρο λειτουργούν 103 οινοποιεία, από τα οποία, 56 βρίσκονται στη Λεμεσό, 34 στην Πάφο, 10 στην Λευκωσία και 3 στην Λάρνακα. Ταυτόχρονα, η καλλιεργούμενη έκταση οινοποιήσιμων αμπελώνων ανέρχεται στα 7.677 εκτάρια (στοιχεία 2019). Τριάντα πέντε οινοποιεία, όλα μέλη του Συνδέσμου Οινοποιείων Κύπρου, παράγουν σήμερα, για ποσοστό, πέραν του 90% της εγχώριας οινοπαραγωγής. Το υπόλοιπο ανήκει σε μη-μέλη, που εκπροσωπούν, κυρίως, πολύ μικρές μονάδες. Δεν μπορεί, όμως, να προσδιορίσει κανείς με ακρίβεια, πόσα κρασιά παράγονται, σήμερα, στην Κύπρο, καθώς συνεχώς προστίθενται νέα, άλλες ετικέτες και ονομασίες. Η βελτίωση των μεθόδων οινοποίησης, η ανάμειξη ποικιλιών, η παλαίωση σε βαρέλια, η κρυοεκχύλιση, η ζύμωση και πολλά άλλα είναι στην παλέτα που χρησιμοποιεί ο κύπριος οινολόγος για τη δική του τέχνη.
Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, εντοπίζεται μια διαρκής μείωση στις καλλιεργούμενες εκτάσεις αμπέλου, κυρίως, αυτές των οινοποιήσιμων σταφυλιών. Από το 2003 μέχρι το 2011, η συνολική έκταση οινοποιήσιμου αμπελώνα μειώθηκε, κατά 73 % και έφτασε στα 9058 εκτάρια (έκτοτε συνεχίστηκε η μείωση). Η μείωση στις καλλιεργούμενες εκτάσεις συνεχίζεται και για την περίοδο 2009-2017 καθώς οι εκτάσεις έχουν περιοριστεί στα 5.313 εκτάρια ενώ οι εκτάσεις επιτραπέζιων σταφυλιών παρουσιάζουν μια σταθεροποίηση γύρω στα 600 εκτάρια. Η μείωση του αμπελώνα αρχίζει και έχει και περιβαλλοντικές επιπτώσεις, δεδομένου ότι συχνά οι συγκεκριμένες εκτάσεις μένουν ακαλλιέργητες.
Οι κύπριοι οινοποιοί αντιμετωπίζουν προβλήματα, όπως αυξημένο κόστος ηλεκτρισμού και υλικών συσκευασίας, (τα πάντα εισάγονται), συνεπώς τα έξοδα ανεβαίνουν και η ανταγωνιστικότητά τους επιβαρύνεται. Την ίδια στιγμή, η εξέλιξη της αμπελοκαλλιέργειας είναι πολύ αργή. Η συστηματική και με επιστημονική επίβλεψη καλλιέργεια μπορεί να παραγάγει καλύτερα σταφύλια και ως εκ τούτου ανώτερο κρασί. Σε αυτό τον τομέα, γίνονται βήματα από τους οινοποιούς αλλά χρειάζεται να γίνουν και πολλά άλλα από τους αμπελουργούς, ώστε να αυξηθεί η παραγωγή. Δεδομένου, λοιπόν, του κενού ανάμεσα στην εγχώρια παραγωγή και την κατανάλωση υπάρχουν δυνατότητες εξαγωγικών ευκαιριών για τη χώρα μας στην κυπριακή αγορά. Σημειωτέον, ότι ο κυπριακός οινικός τομέας έχει εξελιχθεί (υπάρχουν σοβαροί οινολόγοι, με σπουδές σε καταξιωμένες σχολές του εξωτερικού, χρησιμοποιείται σύγχρονος εξοπλισμός και μέθοδοι παραγωγής, που κάνουν εφικτή την παραγωγή κρασιών, τα οποία ανταγωνίζονται επάξια τα πλείστα ξένα, κάτι που επιβεβαιώνεται και από τις διακρίσεις τους σε διεθνείς διαγωνισμούς.
Η πορεία των ελληνικών εξαγωγών οίνου τα τελευταία χρόνια ακολουθούν αυξητική πορεία (με εξαίρεση το 2020 όπου εμφάνισαν πτώση) έχουν αυξητική πορεία (+77,8% την περίοδο 2015-2022).
Σταθερά, πλέον, δεύτερη η αγορά της Κύπρου συνεχίζει να αποτελεί έτσι όπως εξελίσσεται σημαντικότατο εξαγωγικό προορισμό για το ελληνικό κρασί, αφού, και το 2023, κατατάσσεται ψηλά σε επίπεδο ΕΕ. Ενδεικτική είναι η εξέλιξη των μεγεθών σε αξία των αποστελλόμενων οίνων στη χώρα αυτή, αφού η ποσοστιαία μεταβολή του 2023 έναντι του 2022 καταγράφεται στο + % (8.732.343 ευρώ/2023 – 7.251.981 ευρώ/2022 – 5.359.878€/2021), ενώ η αντίστοιχη μεταβολή (σε αξία) του μέσου όρου 5ετίας ανέρχεται σε +37,17%, ποσοστό που απεικονίζει τη σταθερή ανοδική πορεία σε αξία στην αγορά αυτή.
Μειωμένη είναι όμως η μέση τιμή πώλησης αποστολών οίνου (-15,93%) σε σχέση με το 2021 (3,88 €/kg/2021 – 3,26 €/kg/2022) η οποία είναι ελαφρά κατώτερη και σε σχέση με το μέσο όρο 5ετίας (-0,99%). Οι μεταβολές σε ποσότητα εξαγόμενου οίνου σε kg ακολούθησαν εντυπωσιακά αυξητική πορεία το 2022 έναντι του 2021 κατά 38,26% (1.677.160 kg/2021 – 2.318.814 kg/2022), ενώ η σύγκριση του 2022 με το μέσο όρο 5ετίας, οι αποστελλόμενες ποσότητες οίνου στην Κύπρο εμφανίζονται αυξημένες κατά 3,34%. Η σύγκριση του 2022 με το 2019, δείχνει περαιτέρω θετική μεταβολή των μεγεθών. Έτσι σε αξία οι εξαγωγές παρουσίασαν αύξηση της τάξης του 25,74% και σε ποσότητα παρουσίασαν επίσης αύξηση της τάξης του 3,15%.
Επιπρόσθετα, σύμφωνα με την Έρευνα, σημειώνεται ότι η χώρα μας δεν επωφελήθηκε, όσο θα έπρεπε, τα τελευταία χρόνια, από την αύξηση της κατανάλωσης οίνου. Παράγοντες που επέδρασαν είναι οι ακόλουθοι:
• Εντείνεται στην Κυπριακή αγορά κρασιού ο ανταγωνισμός από τις εισαγωγές κρασιών προερχόμενων από τις αποκαλούμενες «νέες χώρες» (Χιλή, Ν. Αφρική, Αυστραλία). Η σχετικά χαμηλή τιμή των εισαγόμενων από τις εν λόγω χώρες κρασιών φαίνεται να προσελκύει τον Κύπριο καταναλωτή, έστω και αν στους δέκα πρώτους εισαγωγείς βρίσκεται μόνο η Χιλή. Ως εκ τούτου, ντόπια, ελληνικά και γενικότερα ευρωπαϊκά κρασιά υφίστανται έντονο ανταγωνισμό, καθώς ολοένα και περισσότερο κάνουν αισθητή την παρουσία τους στις υπεραγορές κρασιά προερχόμενα από τις προαναφερθείσες χώρες.
• Ωστόσο, υπάρχουν εισαγωγείς και διανομείς οίνου που ενδιαφέρονται για το ελληνικό κρασί και περιλαμβάνουν στις επιλογές τους κρασιά ελληνικής προέλευσης. Επιπλέον, η αλυσίδα υπεραγορών «Alpha Mega», η οποία απευθύνεται στη μεσαία-ανώτερη οικονομικά ομάδα καταναλωτών, διαθέτει στην κάβα της ειδικό τμήμα με ελληνικά κρασιά. Χρειάζεται, όμως, να γίνει συστηματική προσέγγιση όλων των αλυσίδων σούπερμάρκετ. Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με εκτιμήσεις επιχειρηματιών που δραστηριοποιούνται στο χώρο, φαίνεται ότι έχουν συσσωρευθεί αρκετά αποθέματα κρασιού, λόγω της μείωσης της κατανάλωσης. Επιπλέον, σύμφωνα πάντα με πληροφορίες από την αγορά, στο πλαίσιο της συνεργασίας των υπεραγορών «Alpha Mega» με τον όμιλο «TESCO» έχουν τοποθετηθεί στο ράφι περί τους 50 κωδικούς κρασιού.
• Τέλος, αρνητική επίδραση στην αγορά είχε η χρεοκοπία των υπεραγορών «Ορφανίδη» με απλήρωτες οφειλές ύψους 85 εκ. ευρώ σε προμηθευτές, οι συνέπειες της οποίας υφίστανται μέχρι και σήμερα στην αγορά.
• Επιπρόσθετα, απαιτείται συχνότερη προβολή των ελληνικών οίνων στην Κύπρο, μέσω της πραγματοποίησης εκδηλώσεων οινογνωσίας. Εφόσον γίνει στοχευμένα – για την προώθηση, δηλαδή, κρασιών συγκεκριμένου παραγωγού – η εκδήλωση οινογνωσίας διοργανώνεται, συνήθως, από τον εισαγωγέα στην Κύπρο, σε συνεργασία με τον παραγωγό και μπορεί να λάβει χώρα σε «wine bars» ή κάβες. Το Γραφείο ΟΕΥ Λευκωσίας είναι σε θέση να συνδράμει στη διοργάνωση των σχετικών εκδηλώσεων.
• Επίσης, χρειάζεται να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην αξιόλογη παρουσία των οινοχόων και των διαφόρων επαγγελματιών επιρροής (influencers) στην τοπική αγορά καθώς και οι δυνατότητες που παρέχουν οι παρεμβάσεις προώθησης και πληροφόρησης στις αγορές των τρίτων χωρών και της ΕΕ αντίστοιχα. Στο μέλλον, δέον να δοθεί έμφαση στην περιβαλλοντικά φιλική καλλιέργεια που ενισχύει το αγροτικό τοπίο και συμβάλλει στον περιορισμό των πυρκαγιών, στην παρουσίαση προϊόντων με χαρακτηριστικά μεγάλης ιστορικής αξίας και ποικιλιακής αυθεντικότητας.
• Επιπλέον, στην προώθηση των ελληνικών κρασιών στην Κύπρο και στην προβολή των ποιοτικών χαρακτηριστικών τους δύναται να συμβάλει η συμμετοχή στις εκθέσεις που διοργανώνονται στη χώρα καθώς και δράσεις προβολής οινοποιείων με χρηματοδότηση από το ΕΣΠΑ (ενδεικτικά τον Νοέμβριο του 23 πραγματοποιήθηκε στη Λεσσό WINEDINNER από το KTHMA AΛΦΑ.
• Σε αυτό το πλαίσιο επειδή το 2024 είναι παγκόσμιο έτος οίνου θα μπορούσαν να υλοποιηθούν εκδηλώσεις προώθησης οίνου.
Σημειώνεται ότι ο δασμός εισαγωγής για τα κρασιά ενδοκοινοτικής προέλευσης στην Κύπρο είναι μηδενικός (βάσει του Τελωνειακού Κώδικα, Κανονισμός 953/2013). Ο ΦΠΑ που επιβάλλεται σε όλα ανεξαιρέτως τα αλκοολούχα ποτά στην Κύπρο είναι 19%. Ο φόρος κατανάλωσης για τα κρασιά (αφρώδη και μη) με περιεκτικότητα σε αλκοόλη μέχρι 15% είναι μηδενικός. Για τα κρασιά με αλκοόλη μεταξύ 15 και 22% (τα λεγόμενα «ενδιάμεσα προϊόντα»), ο φόρος ανέρχεται σε 9,5682 ευρώ, ανά καθαρό λίτρο αιθυλικής αλκοόλης. Τέλος, τα ποτά με αλκοόλη που υπερβαίνει το 22% επιβαρύνονται με πρόσθετο φόρο κατανάλωσης που ανέρχεται σε 45 ευρώ/ 100 λίτρα.
Ολόκληρη η Έρευνα Αγοράς Οίνου: