Του Γιώργου Ατσαλάκη*
Περίπου το 80% του πληθυσμού ζει σε χώρες που εισάγουν τρόφιμα για την διατροφή τους. Σήμερα τα όποια αποθέματα σιτηρών δεν βρίσκονται στις φτωχές εισαγωγικές χώρες αλλά βρίσκονται στις αναπτυγμένες χώρες που έχουν την οικονομική δυνατότητα να επενδύσουν σε αποθηκευτικούς χώρους. Οι αγορές των δώδεκα μεγάλων εισαγωγέων σίτου, δηλαδή της Ινδονησίας, της Τουρκίας, της Αιγύπτου, της Νιγηρίας, της Κίνας, της Ιταλίας, της Αλγερίας, των Φιλιππίνων, της Βραζιλίας, του Μπαγκλαντές, του Μαρόκου και της Ιαπωνίας, αντιπροσώπευαν περισσότερο από το 34% του συνολικού όγκου.
Ο αριθμός των ανθρώπων που αντιμετωπίζουν οξεία επισιτιστική ανασφάλεια είχε εκτιναχθεί από 135 εκατομμύρια το 2019 σε 276 εκατομμύρια σήμερα χωρίς να λαμβάνεται υπόψη η σύγκρουση στην Ουκρανία. Συνολικά, περισσότερα από 800 εκατομμύρια αντιμετωπίζουν την πείνα σε όλο τον κόσμο, ενώ 44 εκατομμύρια άνθρωποι σε 38 χώρες βρίσκονται στα όρια της πείνας, σύμφωνα με το Παγκόσμιο Επισιτιστικό Οργανισμό του (WFP). Παρακάτω είναι οι κυριότεροι λόγοι της επισιτιστικής κρίσης:
Α) Η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία
Στην Ουκρανία, μεγάλο μερίδιο της περσινής συγκομιδής σιτηρών (περίπου 25 εκατ. τόνοι από τους 39 που παράγει) εξακολουθεί να μην εξάγεται, επειδή τα λιμάνια της Οδησσού, από τα οποία διέρχεται συνήθως το 98% των εξαγωγών σιτηρών, είναι υπό Ρωσικό αποκλεισμό. Η μεταφορά των σιτηρών σε εναλλακτικά λιμάνια στη Ρουμανία, τη Βουλγαρία και τη Βαλτική είναι δύσκολη. Η μεταφορά με τρένα είναι περιορισμένη καθώς οι πρώην σοβιετικές σιδηροδρομικές ράγες έχουν μεγαλύτερο φάρδος από τις ευρωπαϊκές. Πριν τον πόλεμο η Ουκρανία εξήγαγε περίπου 5 εκατομμύρια τόνους σιτηρών τον Μάρτιο εξήγαγε 0,5 εκατ. τόνους και τον Απρίλιο 1,1 εκατ. τόνους. Εάν δεν αδειάσουν τα υπάρχοντα σιλό αποθήκευσης των σιτηρών, δεν θα μπορεί να αποθηκευτεί η νέα παραγωγή, η οποία προβλέπεται μειωμένη και για το λόγο ότι περίπου το 30% των εδαφών δεν θα φυτευτούν.
Οι αγρότες της Ουκρανίας εάν δουν ότι δεν θα διατεθεί η φετινή παραγωγή σιτηρών ίσως φυτέψουν άλλα τρόφιμα όπως πατάτες κ.λπ. για οικιακή χρήση. Οι εξαγωγές τροφίμων της Ουκρανίας παρέχουν τις θερμίδες για να θρέψουν περίπου 400 εκατομμύρια ανθρώπους.
Β) Το αυξημένο κόστος παραγωγής
Η σπορά χρειάζεται λίπασμα και ζιζανιοκτόνα φυτοφάρμακα. Η Ρωσία είναι ο μεγαλύτερος εξαγωγέας των τριών κύριων τύπων βιομηχανικών λιπασμάτων των οποίων οι τιμές έχουν τουλάχιστον διπλασιαστεί: α) λιπάσματα με βάση το άζωτο, το μόνο ακριβό συστατικό των οποίων είναι το φυσικό αέριο, β) λιπάσματα με βάση την ποτάσα, που παρέχει κάλιο και γ) τα λιπάσματα με φωσφορικά άλατα.
Οι τιμές των φυτοφαρμάκων και των ζιζανιοκτόνων, που παράγονται συχνά από υδρογονάνθρακες, έχουν επίσης αυξηθεί σημαντικά. Προσθέτοντας το αυξημένο κόστος της ενέργειας και το κόστος αγοράς των σπόρων, η νέα παραγωγή που θα εισέλθει στην αγορά μετά τον Σεπτέμβριο θα διατεθεί σε ακόμα υψηλότερες τιμές.
Ένα μέρος των αγροτών ενδέχεται να φυτέψει περισσότερα σιτηρά επειδή η τιμή πώλησης φαίνεται υψηλή, αλλά και πολλοί αγρότες κοιτάζουν να στραφούν σε άλλες καλλιέργειες με χαμηλότερο κόστος εισροών καθώς δεν διαθέτουν τα αναγκαία κεφάλαια για να αγοράσουν τα ακριβά λιπάσματα και φυτοφάρμακα.
Γ) Οι αποδόσεις των καλλιεργειών λόγω των καιρικών συνθηκών
Η Κίνα η πρώτη παραγωγός χώρα σιτηρών, έχει επιπτώσεις από το καιρικό φαινόμενο La Niña που προκαλεί κατακλυσμούς με ισχυρά ρεύματα και ανέμους στον ισημερινό Ειρηνικό που έχει παγκόσμιες επιπτώσεις, όπως ακριβώς κάνει και το επίσης ενοχλητικό αντίστοιχό του Ελ Νίνιο. Οι κατακλυσμοί και η καθυστέρηση της φύτευσης ενδέχεται να δημιουργήσει μια από τις χειρότερες συγκομιδές των τελευταίων δεκαετιών.
Στην Ινδία, την 2η παραγωγό χώρα σιτηρών, εμφανίστηκε πολύ ζέστη πολύ νωρίς. Οι κόκκοι είναι πιο λεπτοί από όσο υποτίθεται ότι θα έπρεπε να είναι αφού οι καλλιέργειες χτυπήθηκαν από ισχυρούς ανέμους και χαλάζι τον Φεβρουάριο, στην συνέχεια ήρθε έντονη και απαράμιλλη ζέστη, συρρικνώνοντας τα στάχυα του σιταριού όταν θα έπρεπε να είχαν αναπτυχθεί. Κάποιοι αγρότες εκτιμούν ότι η απόδοσή τους είναι μειωμένη κατά περίπου ένα τέταρτο σε σύγκριση με την περσινή. Σε άλλες περιοχές έχει συλλεγεί περίπου ένα πέμπτο λιγότερο σιτάρι από ό,τι σε μια κανονική χρονιά.
Στις ΗΠΑ περίπου το 40% του σιταριού καλλιεργείται στις ξηρές πεδιάδες της Αμερικής, όπου προβλέπετε ότι λόγω έλλειψης βροχών η παραγωγή της χώρας σκληρού κόκκινου χειμερινού σιταριού, του κυριότερου είδους που καλλιεργείται σε αυτές τις πεδιάδες, θα μειωθεί κατά 21% σε σύγκριση με το 2021.
Στην Ευρώπη βρέχει πολύ λίγο σε μια περίοδο που το σιτάρι χρειάζεται νερό αλλιώς είναι ευάλωτο στην ξηρασία. Λίγη αργή βροχή μπορεί να είναι αρκετή για να αναζωογονήσει τις καλλιέργειες. Αλλά φαίνεται βέβαιο ότι η παραγωγή θα είναι ανησυχητικά σύντομη φέτος.
Μικρότερες αποδόσεις αναμένονται λόγω της μειωμένης χρήσης λίπανσης και ζιζανιοκτόνων αφού οι τιμές τους έχουν φθάσει στα ύψη.
Δ) Οι Απαγορεύσεις εξαγωγών σιτηρών
Στην Ινδία, πριν από το κύμα καύσωνα, φαινόταν ότι η συγκομιδή θα ήταν πολύ καλή, και η κυβέρνηση ανυπομονούσε να ενισχυθεί η ρουπία από τις εξαγωγές σιτηρών. Αλλά όταν οι προσδοκίες για το μέγεθος της συγκομιδής μειώθηκαν, έπεσε και η τιμή της ρουπίας. Η επιτάχυνση των εξαγωγών που ενθαρρύνονται από τις υψηλές τιμές στο εξωτερικό προκάλεσε ανησυχίες για έλλειψη στο εσωτερικό. Στα μέσα Μαΐου, η ινδική κυβέρνηση επέβαλε απαγόρευση εξαγωγών στο σιτάρι, αν και κατ’ εξαίρεση έκανε μια συμφωνία 500.000 τόνων με την Αίγυπτο. Περίπου 30 χώρες σήμερα επιβάλουν απαγορεύσεις στις εξαγωγές σιτηρών. Η τάση αυτή και μόνο θα αυξήσει περαιτέρω τις ζητούμενες ποσότητες και κατ΄ επέκταση τις τιμές.
Οι λύσεις για να αποφευχθεί η επισιτιστική κρίση είναι δύσκολες και πρέπει να ληφθούν άμεσα μέτρα σε πολλές κατευθύνσεις. Μια λύση θα μπορούσε να δοθεί με την σπορά σιταριού στους αγρούς που παράγουν βιοκαύσιμα. Το 10% όλων των σιτηρών χρησιμοποιούνται για την παραγωγή βιοκαυσίμων και το 18% των φυτικών ελαίων πηγαίνει στο βιοντίζελ. Υπολογίζεται ότι οι αγροί αυτοί μπορούν να παράγουν θερμίδες για σχεδόν 2 δις ανθρώπους. Βέβαια, αυτό θα επηρεάσει περαιτέρω την ενεργειακή ασφάλεια.
Επίσης αγροί που παράγουν ζωοτροφές (κυρίως καλαμπόκι) θα μπορούσαν να στραφούν στην παραγωγή σίτου. Περίπου το 40% του σιταριού που καλλιεργείται στην ΕΕ τρώγεται από αγελάδες. Περίπου το ένα τρίτο του αραβοσίτου της Αμερικής καταναλώνεται από τα βοοειδή. Όμως, τυχόν έλλειψη στο καλαμπόκι θα μπορούσε να εκτοξεύσει την τιμή του κοτόπουλου και του αυγού που είναι είδη ευρείας κατανάλωσης των φτωχών λαών.
Η διεθνή κοινότητα θα πρέπει με νηοπομπές και διεθνή συνοδεία να επιβλέψει την ασφαλή εξαγωγή των 25 εκατ. τόνων εγκλωβισμένων σιτηρών της Ουκρανίας. Επίσης θα πρέπει να αποφευχθούν οι απαγορεύσεις εξαγωγών τροφίμων ώστε να μην δημιουργηθεί πανικός.
Στο παρελθόν η μικρότερη τιμή του σίτου ήταν $85.3 ανά μετρικό τόνο τον Ιούλιο του 1999 και η υψηλότερη τιμή ήταν τον Μάρτιο του 2008 στα $419. Τον Ιούλιο του 2021 η τιμή ήταν $197, τον Μάιο του 2022 η τιμή έφτασε στα $438, δηλαδή αυξήθηκε κατά 131% σε διάστημα 10 μηνών. Η πρόβλεψη του εργαστηρίου μας είναι ότι η τιμή του σίτου θα φθάσει στα 490 $ μέχρι τις αρχές του νέου έτους όπου το 2023 θα είναι το έτος κρίσης κόστους διαβίωσης. Στην υποσαχάρια Αφρική το 40% του προϋπολογισμού των νοικοκυριών καταναλώνεται στα τρόφιμα. Η Επισιτιστική κρίση θα δημιουργήσει προς το τέλος του έτους και το επόμενο έτος σε πολλές χώρες, παρατεταμένο λιμό, μαζική μετανάστευση και εσωτερικές αναταραχές στα έθνη.
Το σύνθημα πρέπει να είναι ότι μπορεί να φυτευτεί, να φυτευτεί άμεσα σε κάθε γωνιά της γης ώστε να αναπληρωθούν οι ποσότητες που δεν θα παράγει η Ουκρανία και οι ποσότητες που θα χαθούν εξαιτίας της επίπτωσης της κακοκαιρίας.
*Ο Γιώργος Ατσαλάκης, είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης,
Εργαστήριο Ανάλυσης Δεδομένων και Πρόβλεψης