Το Μεσογειακό Αγρονομικό Ινστιτούτο Χανίων από το 2000 συμμετέχει στο δίκτυο «GLORIA» (Global Observation Research Initiative in Alpine Environments – Παγκόσμια Ερευνητική Πρωτοβουλία Παρατήρησης του Αλπικού Περιβάλλοντος) το οποίο περιλαμβάνει 137 περιοχές σε όλο τον κόσμο, ενώ 15 ακόμη περιοχές έχουν εκφράσει το ενδιαφέρον τους να ενταχθούν στο δίκτυο.
Η περιοχή έρευνας για το ΜΑΙΧ βρίσκεται στα Λευκά Όρη και περιλαμβάνει τέσσερεις κορυφές σε υψόμετρα 1664, 1965, 2160 και 2339 μέτρων. Μέχρι σήμερα, έχουν ολοκληρωθεί τρεις κύκλοι παρακολούθησης κατά τα έτη 2001, 2008 και 2015. Την τρέχουσα περίοδο εκτελείται ο 4ος κύκλος παρακολούθησης ο οποίος θα ολοκληρωθεί στις αρχές Αυγούστου.
Η υπόθεση στην οποία βασίζεται το δίκτυο είναι ότι «οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής λόγω της υπερθέρμανσης του πλανήτη, σε συνδυασμό με την αύξηση της ξηρασίας είναι πιθανόν να απειλήσουν τα αλπικά φυτά σε παγκόσμιο επίπεδο. Κάποια είδη πιθανόν να αντισταθούν, να προσαρμοστούν ή να μετακινηθούν σε μεγαλύτερα υψόμετρα με ψυχρότερο περιβάλλον, τα είδη όμως που βρίσκονται κοντά στις κορυφές θα αναγκαστούν να εξαφανιστούν». Έτσι προέκυψε η ανάγκη δημιουργίας του δικτύου GLORIA για την συλλογή μακροχρόνιων δεδομένων τα οποία να βασίζονται σε μία τυποποιημένη και αξιόπιστη μεθοδολογία.
Εγκέφαλος της ιδέας ήταν ο καθηγητής Georg Grabherr και οι Dr. Michael Gottfried και Dr. Harald Pauli από το Πανεπιστήμιο της Βιέννης, Τμήμα Βιολογίας Διατήρησης, Βλάστησης και Οικολογίας Τοπίου. Το δίκτυο συντονίζεται σήμερα από την Αυστριακή Ακαδημία Επιστημών – Austrian Academy of Sciences (ÖAW) και το Πανεπιστήμιο Φυσικών Πόρων και Επιστημών Ζωής της Βιέννης – University of Natural Resources and Life Sciences Vienna (BOKU).
Η μεθοδολογία δειγματοληψίας είναι κοινή για όλες τις περιοχές του δικτύου και περιλαμβάνει για κάθε μία από τις τέσσερις επιλεγμένες κορυφές, την καταγραφή της φυτοκάλυψης και της συχνότητας εμφάνισης των ειδών σε 16 μόνιμες επιφάνειες ενός τετραγωνικού μέτρου, την καταγραφή της αφθονίας των ειδών σε 8 τμήματα της κορυφής 5 και 10 μέτρα χαμηλότερα της κορυφής, την φωτογραφική τεκμηρίωση των μόνιμων δειγματοληπτικών επιφανειών και την ωριαία καταγραφή της θερμοκρασίας του εδάφους σε βάθος 10 εκ. με 4 καταγραφείς δεδομένων (Data Loggers) από την οποία προκύπτουν οι ημέρες χιονοκάλυψης για την κάθε κορυφή.
Για τα Λευκά Ορη η ανάλυση των δεδομένων των δύο πρώτων κύκλων παρακολούθησης (2001, 2008) η οποία δημοσιεύθηκε το 2021 στο περιοδικό «Diversity» επιβεβαιώνει εν μέρει τα παραπάνω συμπεράσματα. Πιο συγκεκριμένα:
1. Στα Λευκά Όρη στις δύο χαμηλές κορυφές ο αριθμός των ειδών μειώθηκε, στην επόμενη κορυφή παρέμεινε σταθερός ενώ στην ψηλότερη κορυφή αυξήθηκε.
2. Οι διαφορές αυτές ήταν πιο έντονες στις Βόρειες-και Ανατολικές εκθέσεις.
3. Τα ενδημικά είδη δεν παρουσιάζουν αλλαγές. Συνολικά έχουν καταγραφεί 98 είδη εκ των οποίων 23 είδη είναι ενδημικά της Κρήτης και άλλα 3 είναι ενδημικά των Λευκών Ορέων.
Είναι προφανές ότι μεταξύ επαναλαμβανόμενων δειγματοληψιών πάντα προκύπτουν διαφορές οι οποίες μπορεί να οφείλονται στην εποχική ή ετήσια διακύμανση των ειδών ή να σχετίζονται με άλλον παράγοντα όπως η κλιματική αλλαγή. Η συνέχιση των μακροχρόνιων παρατηρήσεων και η προσεκτική ανάλυση των δεδομένων είναι απαραίτητη καθόσον μόνο έτσι μπορεί να τεκμηριωθεί μία επικρατούσα τάση και η επιβεβαίωση ή απόρριψη της αρχικής υπόθεσης του GLORIA.
Η ερευνητική ομάδα του ΜΑΙΧ που πραγματοποιεί την τρέχουσα δειγματοληψία αποτελείται από τους κ. Γεώργιο Καζάκη, κ. Dany Ghosn, κυρία Hλέκτρα Ρεμούνδου, κ. Νίκο Μπορέτο (Τμήμα Γεωπληροφορικής στην Περιβαλλοντική Διαχείριση) και τον καθ. κ. Παναγιώτη Νύκτα (Τμήμα Φυσικών Πόρων, Πανεπιστήμιο Twente). Η τρέχουσα δειγματοληψία στα Λευκά Όρη χρηματοδοτείται από το ερευνητικό πρόγραμμα MICROCLIM (Horizon 2020).
Από την ανάλυση των δεδομένων των δύο πρώτων κύκλων παρακολούθησης (2001, 2008) των 18 Ευρωπαϊκών περιοχών του δικτύου GLORIA προέκυψαν τα εξής συμπεράσματα τα οποία περιλαμβάνονται σε δύο δημοσιεύσεις του 2012 στα περιοδικά Science και Nature:
1. Υπάρχει άμεση συσχέτιση μεταξύ της αύξησης της θερμοκρασίας και της μετακίνησης προς μεγαλύτερα υψόμετρα των αλπικών ειδών. Το φαινόμενο αυτό χαρακτηρίζεται ως «Θερμοφιλοποίηση» (Thermophilization) και είναι η πρώτη φορά που ο δείκτης αυτός περιγράφθηκε και μετρήθηκε.
2. Στις περιοχές της κεντρικής και βόρειας Ευρώπης παρατηρήθηκε αύξηση των ειδών ενώ στις Μεσογειακές περιοχές ο αριθμός των ειδών παρέμεινε σταθερός ή μειώθηκε. Η μείωση αυτή των ειδών ήταν πιο έντονη στις χαμηλές κορυφές όπου τα φυτά υποφέρουν από έλλειψη νερού νωρίτερα από ό, τι στις υψηλότερες κορυφές που διατηρούν περισσότερο χιόνι.
Επιπλέον, τα δεδομένα της θερμοκρασίας του εδάφους του δικτύου GLORIA συμπεριλαμβάνονται στην παγκόσμια βάση δεδομένων θερμοκρασίας εδάφους (SoilTemp: A global database of near-surface temperature) από την οποία προέκυψαν οι Παγκόσμιοι Χάρτες της Θερμοκρασίας Εδάφους (Global maps of soil temperature) και οι οποίοι δημοσιεύθηκαν στο περιοδικό Global Change Biology το 2021.