Ομιλία του Δημήτρη Βολουδάκη, Γενικός Διευθυντής Προγραμμάτων Οργανισμού «Νέα Γεωργία Νέα Γενιά»
Πρώτα απ’ όλα, θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά τους διοργανωτές του συνεδρίου «Κρητών Καλλιεργείν» για την πρόσκληση και την εξαιρετική οργάνωση αυτής της εκδήλωσης. Είναι πράγματι μια μοναδική ευκαιρία να ανταλλάξουμε απόψεις και να αναδείξουμε κρίσιμα ζητήματα για τον πρωτογενή και αγροδιατροφικό τομέα.
Αναλογιζόμενοι τη σημασία του πρωτογενούς τομέα, συχνά αναφερόμαστε στο γεγονός ότι αντιπροσωπεύει το 3,5% του ΑΕΠ της χώρας, ποσοστό μειωμένο σε σχέση με το παρελθόν. Ωστόσο, η γεωργία και η κτηνοτροφία δεν μπορούν να εξετάζονται απομονωμένα από την υπόλοιπη αλυσίδα αξίας. Περιλαμβάνουν τη μεταποίηση, τα logistics, τις μεταφορές, και τα σημεία πώλησης. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι ελληνικές βιομηχανίες που δραστηριοποιούνται στη μεταποίηση αγροτικών προϊόντων αντιστοιχούν στο 28% των ελληνικών βιομηχανιών, στοιχείο που αναδεικνύει τη σημασία της αγροδιατροφής.
Ο ρόλος του οργανισμού «Νέα Γεωργία Νέα Γενιά»
Ο οργανισμός «Νέα Γεωργία Νέα Γενιά», ο μεγαλύτερος μη κερδοσκοπικός οργανισμός στον τομέα της αγροδιατροφής στην Ελλάδα, έχει συμβάλει σημαντικά στην εκπαίδευση και υποστήριξη των αγροτών. Από την ίδρυσή του το 2018 από το Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος, έχει εξυπηρετήσει περισσότερους από 30.000 ωφελούμενους, εκ των οποίων 8.000 συμμετείχαν σε προγράμματα εκπαίδευσης και κατάρτισης. Μια μελέτη της Deloitte έδειξε ότι για κάθε 1 ευρώ που επενδύεται σε αυτές τις δράσεις, η απόδοση στην οικονομία είναι 3,9 φορές μεγαλύτερη.
Η εκπαίδευση ως καταλύτης ανάπτυξης
Τα τελευταία δεδομένα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής και πρόσφατες έρευνες, όπως της Διανέοσις, δείχνουν ότι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε είναι το χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης των αγροτών. Λιγότερο από 1% των αγροτών μας έχει πλήρη γεωργική εκπαίδευση ενώ πάνω από το 95% των αγροτών μας στερείται γεωργικής εκπαίδευσης. Αυτό έχει ως συνέπεια την αδύναμη θέση των αγροτών στην αλυσίδα αξίας της αγροτικής παραγωγής. Ακόμα, η Ελλάδα έχει έναν από τους χαμηλότερους βαθμούς τυποποίησης των τροφίμων στη Μεσόγειο, γεγονός που επηρεάζει αρνητικά την ανταγωνιστικότητα των προϊόντων μας. Επιπλέον, η παραγωγικότητα ανά εκτάριο, αν και είναι πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, υστερεί σε σύγκριση με χώρες όπως το Ισραήλ και η Ολλανδία.
Αξίζει να σημειωθεί ότι η παραγωγικότητα της αγροτικής εργασίας στην Ελλάδα αυξήθηκε κατά 37% από το 2015 έως το 2024, γεγονός που δείχνει ότι η αξιοποίηση νέων τεχνολογιών και πρακτικών αποδίδει. Παρ’ όλα αυτά, απαιτείται περαιτέρω εκπαίδευση και προσαρμογή στις νέες συνθήκες της αγοράς.
Οι δεξιότητες του αγρότη του μέλλοντος
Σύμφωνα με μελέτη του 2022 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, έως το 2040 ο αριθμός των αγροτών στην Ελλάδα και στην Ευρώπη αναμένεται να υποτριπλασιαστεί σε σχέση με το 2016. Αυτό σημαίνει ότι ο σύγχρονος αγρότης, για να παραμείνει βιώσιμος και ανταγωνιστικός δεν πρέπει να διαθέτει μόνο γνώσεις καλλιέργειας, αλλά και μια σειρά από δεξιότητες όπως:
- Ψηφιακές και τεχνολογικές δεξιότητες
- Αγροτική επιχειρηματικότητα
- Διαχείριση εφοδιαστικής αλυσίδας
- Χρήση τεχνητής νοημοσύνης και ρομποτικής στην αγροτική παραγωγή
- Ηγεσία και συνεργασία
Η εκπαίδευση των νέων αγροτών είναι συχνά ελλιπής και αποσπασματική. Είναι σημαντικό η δομή των προγραμμάτων εκπαίδευσης πρέπει να αλλάξει, ώστε η απαραίτητη γνώση να παρέχεται από την αρχή και όχι ως τυπική διαδικασία στο τέλος ενός επενδυτικού προγράμματος.
Η σημασία της μεταφοράς τεχνογνωσίας
Η Ελλάδα διαθέτει το πιο αδύναμο και περίκλειστο σύστημα μεταφοράς γεωργικής γνώσης στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Αντίθετα, χώρες όπως η Ιρλανδία, η Δανία και η Αυστρία έχουν αναπτύξει ισχυρά συστήματα μεταφοράς τεχνογνωσίας που αυξάνουν σημαντικά την παραγωγικότητα και το εισόδημα των αγροτών.
Προγράμματα μεταφοράς τεχνογνωσίας του οργανισμού ΝΕΑ ΓΕΩΡΓΙΑ ΝΕΑ ΓΕΝΙΑ σε συνεργασία με πανεπιστήμια, εταιρείες και αγροτικούς φορείς έχουν ήδη αποδειχθεί επιτυχημένα σε τομείς όπως η μελισσοκομία στη Θεσσαλία, η καλλιέργεια μαστίχας στη Χίο και η πτηνοτροφία στην Ήπειρο. Η συνεργασία αγροτών, επιστημόνων και φορέων μπορεί να φέρει εντυπωσιακά αποτελέσματα.
Συμπερασματικά ο αγροδιατροφικός τομέας αποτελεί κρίσιμο παράγοντα για την ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας. Η ενίσχυση της εκπαίδευσης και η βελτίωση της μεταφοράς τεχνογνωσίας είναι απαραίτητες προϋποθέσεις για την αύξηση της ανταγωνιστικότητας του κλάδου.
Η πρόκληση είναι μεγάλη, αλλά οι προοπτικές είναι ευοίωνες. Με στοχευμένες δράσεις, συνεργασία και καινοτομία, μπορούμε να διαμορφώσουμε ένα βιώσιμο και αποδοτικό αγροδιατροφικό μοντέλο για το μέλλον.