Ελαιοτουρισμός – Ηδονιστικές γευσιγνωσίες

[χρόνος ανάγνωσης 2 λεπτά και 19 δευτ.]

Του Γιάννη Αποστολάκη

Ο όρος ελαιοτουρισμός αναφέρθηκε στην Ισπανία για πρώτη φορά πριν 20 χρόνια περίπου για να περιγράψει το σύνολο των ταξιδιωτικών εμπειριών που σχετίζονται με την ελιά και το ελαιόλαδο. 
Στην Ελλάδα τα πρώτα βήματα έγιναν την δεκαετία του 2000 και αφορούσαν τη ελαιοσυγκομιδή και την επίσκεψη σε ελαιουργεία για μια εμπειρία ζωής.
          Ο ελαιοτουρισμός είναι μια μορφή πολιτιστικού και γαστρονομικού τουρισμού που βασίζεται στο ενδιαφέρον του επισκέπτη να γνωρίσει τη παραγωγική διαδικασία, να επισκεφθεί ελαιουργεία και μονάδες τυποποίησης ελαιόλαδου, να επισκεφθεί ελαιώνες με υπεραινώβιες ελιές, να δει από κοντά τα γλυπτά κορμιά με το σταχτί φλοιό, τα φυλλαράκια που ασημίζουν με το παραμικρό θρόισμα του ανέμου και τους καρπούς που γυαλίζουν σαν χάντρες ανάλογα με το βαθμό ωριμάνσεις.
          Να επισκεφθεί μουσεία με αντικείμενο την ελιά, να συμμετάσχει σε μαθήματα μαγειρικής αλλά και σε ηδονιστικές γευσιγνωσίες του εξαιρετικού παρθένου ελαιόλαδου από διαφορετικές ποικιλίες ελιάς. Ένα μεγάλο ποσοστό επισκεπτών που ενδιαφέρονται για την γαστρονομία της κρητικής –μεσογειακής διατροφής ενδιαφέρονται να μάθουν για το ελαιόλαδο που είναι το βασικό συστατικό της κρητικής κουζίνας και όχι μόνο καθώς, το ελαιόλαδο χρησιμοποιείται ευρέως επίσης για την παρασκευή προϊόντων ευεξίας και ομορφιάς.  
          Από τα εκατομμύρια που επισκέπτονται κάθε χρόνο την Ελλάδα κάποιες χιλιάδες από αυτούς ενδιαφέρονται να μάθουν για την ελιά να γνωρίσουν την παραγωγική διαδικασία των πολιτισμό της ελιάς να δοκιμάσουν κάποια εξαιρετικά παρθένα ελαιόλαδα, καθώς έχουν ενημερωθεί από διάφορες πηγές για την διατροφική αξία του, που είναι πλούσιο σε πολυφαινόλες και μονοακόρεστα λιπαρά, με πληθώρα αντιοξειδωτικών συστατικά που θωρακίζουν τον οργανισμό μας απέναντι σε διάφορες παθήσεις σύμφωνα με την ιατρική κοινότητα.   
          Στην Ελλάδα υπάρχουν περίπου 100-120 ποικιλίες ελιάς, ενώ στη Κρήτη τρεις είναι οι επικρατέστερες ποικιλίες που τυποποιούνται, και είναι η κορονέικη, η τσουνάτη και η χονδρολιά και σε πολύ μικρές ποσότητες τυποποιείται η αγριελιά. Η κάθε μια από αυτές της ποικιλίες έχει τα δικά της γευστικά χαρακτηριστικά και αρώματα. Μπορεί να συναντήσουμε αρώματα όπως αμύγδαλα, μπανάνα, αγκινάρα, γρασσίδι, φύλλα ντομάτας, επίσης να είναι πικρό και πικάντικο και όλα αυτά τα ηδονιστικά αρώματα και γεύσης να βρίσκονται σε πλήρη αρμόνια μεταξύ τους,  και να αναβαθμίζουν γευστικά ένα έδεσμα  
          Για να υπάρξει αυτό το ποιοτικό γευστικό αποτέλεσμα, πρέπει να υπάρχει απόλυτη συνεργασία μεταξύ παραγωγού, ελαιουργού και τυποποιητή σχετικά με την κατάλληλη περίοδο συγκομιδής και τη διαχείριση του ελαιόκαρπου, μέχρι να φτάσει στο ελαιουργείο. Το ελαιουργείο να έχει τη δυνατότητα για τη ελαιοποίηση των καρπών εντός 12 με 24 ωρών και να εφαρμόζει όλες εκείνες τις καλές πρακτικές σωστής ελαιοποίησης όπως ορίζει η σύγχρονη επιστήμη, η νομοθεσία και οι ανάγκες των αγορών. Στόχος θα πρέπει να είναι η παραγωγή ενός ποιοτικού και με καλά οργανοληπτικά χαρακτηριστικά ελαιόλαδου, το οποίο θα είναι παράλληλα και ασφαλές, χωρίς επιμολύνσεις  
          Στην πλειονότητά τους, το ελαιόλαδο που συνήθως χρησιμοποιούν ή διαθέτουν τα εστιατόρια, έχουν αλλοιωμένα χαρακτηριστικά λόγω χαμηλής ποιότητας ή κακών πρακτικών παραγωγής και αποθήκευσης, με αποτέλεσμα να υποβαθμίζεται η γευστική αξία του εδέσματος, καθώς με τα κουσούρια που κουβαλάει, μειώνει τη γευστική του αξία και δυσφημεί το εστιατορίου  
          Γευσιγνωσίες μπορεί να γίνονται από έμπειρα και κατάλληλα εκπαιδευμένα στελέχη επιχειρήσεων, χρησιμοποιώντας πάντα τυποποιημένο εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο και ειδικά με βραβευμένα ελαιόλαδα σε μικρές αλλά και σε μεγαλύτερες ομάδες ενδιαφερομένων. Οι γευσιγνωσίες μπορούν να πραγματοποιούνται, με σχετική προετοιμασία και εξοπλισμό, οπουδήποτε όπως σε ελαιώνες, ελαιουργεία, σε εστιατόρια σε ξενοδοχεία, σε καφέ, σε καταστήματα πώλησης ποιοτικών προϊόντων ή ακόμα σε επαύλεις και σε γιοτ. Επιλέγοντας 3-4 τυποποιημένα ελαιόλαδα και ένα μειονεκτικό ελαιόλαδο, οι συμμετέχοντες μπορούν και αντιλαμβάνονται εύκολα τις γευστικές διαφορές.
          Οι γευσιγνωσίες μπορούν να πραγματοποιούνται με κάποιο αντίτιμο και να υπάρχει η δυνατότητα αγοράς των ετικετών ελαιόλαδου που δοκιμάζονται.
          Άλλωστε στη Κρήτη είμαστε τυχεροί, επειδή υπάρχει φορέας εκπαίδευσης στελεχών στη γευσιγνωσία ελαιολάδου, μόνο η καλή διάθεση να υπάρχει.  
Η Ελιά χτίζει διαχρονικό πολιτισμό !!!

Ο Γιάννης Αποστολάκης είναι Πρόεδρος του Δικτύου Κρητικής Γαστρονομίας
«Ευχαριστώ για τη συμβολή του κ. Μανώλη Καρμπαδάκη, Ελαιογνώστη –Δοκιμαστή ελαιόλαδου.»

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Σχετικά άρθρα

Ξεκινήστε να γράφετε τον όρο αναζήτηση επάνω και πατήστε enter για Αναζήτηση. Πατήστε ESC για ακύρωση.

Επιστροφή επάνω