Τα πιστωτικά πρότυπα δανεισμού έγιναν αυστηρότερα για τις επιχειρήσεις λόγω της αντίληψης για αυξημένο κίνδυνο, ενώ αναμένεται και περαιτέρω αυστηροποίηση καταγράφει έρευνα τον τραπεζικό δανεισμό της ζώνης του ευρώ Απριλίου 2022, της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ).
Σύμφωνα με την έρευνα τραπεζικού δανεισμού της ζώνης του ευρώ του Απριλίου 2022 (BLS), τα πιστωτικά πρότυπα –δηλαδή οι εσωτερικές κατευθυντήριες γραμμές των τραπεζών ή τα κριτήρια έγκρισης δανείων– για τα δάνεια ή τα πιστωτικά όρια προς τις επιχειρήσεις έγιναν αυστηρότερα στο πρώτο τρίμηνο του 2022. Όσον αφορά τα δάνεια προς τα νοικοκυριά για αγορά κατοικίας, οι τράπεζες της ζώνης του ευρώ ανέφεραν ελαφρά καθαρή αυστηροποίηση των πιστωτικών κριτηρίων (καθαρό ποσοστό 2%), ενώ τα πιστωτικά πρότυπα για την καταναλωτική πίστη και άλλα δάνεια προς τα νοικοκυριάσυνέχισε να μειώνεται (καθαρό ποσοστό -5%). Οι τράπεζες αναφέρθηκαν στις αντιλήψεις για αυξημένο κίνδυνο και μειωμένη ανοχή κινδύνου, στο πλαίσιο της υψηλής αβεβαιότητας, των διαταραχών της εφοδιαστικής αλυσίδας και των υψηλών τιμών ενέργειας και εισροών, ως παράγοντες πίσω από την καθαρή αυστηροποίηση των πιστωτικών προτύπων για τις επιχειρήσεις. Για το δεύτερο τρίμηνο του 2022,οι τράπεζες αναμένουν μια σημαντικά ισχυρότερη καθαρή αυστηροποίηση των πιστωτικών προτύπων για τα δάνεια προς τις επιχειρήσεις, που πιθανότατα αντανακλά τον αβέβαιο οικονομικό αντίκτυπο του πολέμου στην Ουκρανία και την προσδοκία μιας λιγότερο διευκολυντικής νομισματικής πολιτικής. Επιπλέον, οι τράπεζες αναμένουν μια μέτρια καθαρή αυστηροποίηση των πιστωτικών προτύπων για τα στεγαστικά δάνεια και για την καταναλωτική πίστη και άλλα δάνεια προς τα νοικοκυριά.
Οι συνολικοί όροι και προϋποθέσεις των τραπεζών –δηλαδή οι πραγματικοί όροι και προϋποθέσεις που συμφωνήθηκαν στις δανειακές συμβάσεις– έγιναν πιο αυστηροί για τα δάνεια προς επιχειρήσεις και τα δάνεια προς τα νοικοκυριά για αγορά κατοικίας το πρώτο τρίμηνο του 2022. Για τα δάνεια προς επιχειρήσεις, αυτό οφειλόταν κυρίως σε σημαντική Διεύρυνση των περιθωρίων κέρδους για δάνεια με υψηλότερο κίνδυνο, ενώ τα περιθώρια κέρδους στο μέσο όρο των δανείων διευρύνθηκαν λιγότερο. Όσον αφορά την καταναλωτική πίστη και άλλα δάνεια προς τα νοικοκυριά, οι γενικοί όροι και προϋποθέσεις μειώθηκαν ελαφρά λόγω των στενότερων δανειακών περιθωρίων.
Οι τράπεζες ανέφεραν, συνολικά, συνεχιζόμενη αύξηση της ζήτησης των επιχειρήσεων για δάνεια ή ανάληψη πιστωτικών ορίων το πρώτο τρίμηνο του 2022. Η ζήτηση δανείων οφείλεται στον ισχυρό θετικό αντίκτυπο των χρηματοδοτικών αναγκών των επιχειρήσεων για κεφάλαιο κίνησης, αντανακλώντας τις διακοπές της εφοδιαστικής αλυσίδαςκαθώς και προληπτικά αποθέματα και ρευστότητα. Οι πάγιες επενδύσεις συνέχισαν να έχουν θετικό αντίκτυπο στη ζήτηση δανείων, αλλά λιγότερο σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο. Επιπλέον, το χαμηλό γενικό επίπεδο των επιτοκίων καθώς και άλλες χρηματοδοτικές ανάγκες, συμπεριλαμβανομένων των δραστηριοτήτων συγχωνεύσεων και εξαγορών και αναχρηματοδότησης και αναδιάρθρωσης χρέους, συνέβαλαν θετικά στη ζήτηση δανείων από τις επιχειρήσεις. Ζήτηση στεγαστικών δανείων και καταναλωτικών και άλλων δανείων προς τα νοικοκυριάαυξήθηκε περαιτέρω σε καθαρούς όρους το πρώτο τρίμηνο του 2022. Η καθαρή αύξηση της ζήτησης στεγαστικών δανείων οφείλεται κυρίως στο γενικό επίπεδο των επιτοκίων. Η ζήτηση για καταναλωτική πίστη υποστηρίχθηκε από τις δαπάνες για αγαθά διαρκούς κατανάλωσης και –σε μικρότερο βαθμό– από την εμπιστοσύνη των καταναλωτών. Για το δεύτερο τρίμηνο του 2022, οι τράπεζες αναμένουν συνεχή καθαρή αύξηση της ζήτησης δανείων από τις επιχειρήσεις, αλλά καθαρή μείωση της ζήτησης στεγαστικών δανείων και γενικά αμετάβλητη ζήτηση για καταναλωτική πίστη.
Σύμφωνα με τις τράπεζες που συμμετείχαν στην έρευνα, η πρόσβαση στη χρηματοδότηση χονδρικής επιδεινώθηκε το πρώτο τρίμηνο του 2022, αντανακλώντας τις αυστηρότερες συνθήκες της χρηματοπιστωτικής αγοράς για τις τράπεζες. Οι τράπεζες ανέφεραν ότι τα προγράμματα αγοράς περιουσιακών στοιχείων της ΕΚΤ και η τρίτη σειρά στοχευμένων πράξεων πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης (TLTRO III) συνέχισαν να έχουν θετικό αντίκτυπο στη θέση ρευστότητάς τους και στις συνθήκες χρηματοδότησης της αγοράς. Αναμένουν ότι ο αντίκτυπος αυτός θα γίνει μικρότερος στην περίπτωση των TLTRO και αρνητικός για τα προγράμματα αγοράς περιουσιακών στοιχείων της ΕΚΤ κατά τους επόμενους έξι μήνες. Οι τράπεζες ανέφεραν επίσης ότι τα προγράμματα αγορών περιουσιακών στοιχείων της ΕΚΤ και το αρνητικό επιτόκιο διευκόλυνσης καταθέσεων (DFR) είχαν αρνητικό αντίκτυπο στην κερδοφορία τους, κυρίως μέσω των καθαρών εσόδων από τόκους. Αυτή η επίδραση μετριάστηκε από το σύστημα δύο επιπέδων της ΕΚΤ για την αποζημίωση πλεονάζουσας διακράτησης ρευστότητας και από το TLTRO III. Οι αγορές περιουσιακών στοιχείων της ΕΚΤ, ο αρνητικός DFR και ο TLTRO III είχαν συνεχή καθαρή χαλάρωση στους όρους δανεισμού και θετικό αντίκτυπο στους όγκους δανείων, αλλά γενικά λιγότερο από ό,τι είχε αναφερθεί προηγουμένως. Οι τράπεζες αναμένουν ότι ο αντίκτυπος των προγραμμάτων αγοράς περιουσιακών στοιχείων της ΕΚΤ θα μετατραπεί σε καθαρή αυστηροποίηση των όρων δανεισμού και ως επί το πλείστον αρνητικό αντίκτυπο για τον όγκο των δανείων τους επόμενους έξι μήνες. Για τους αρνητικούς DFR και TLTRO III, ο καθαρός αντίκτυπος χαλάρωσης στις συνθήκες τραπεζικού δανεισμού και ο θετικός αντίκτυπος στους όγκους χορηγήσεων αναμένεται γενικά να εξασθενήσουν. Οι τράπεζες αναμένουν ότι ο αντίκτυπος των προγραμμάτων αγοράς περιουσιακών στοιχείων της ΕΚΤ θα μετατραπεί σε καθαρή αυστηροποίηση των όρων δανεισμού και ως επί το πλείστον αρνητικό αντίκτυπο για τον όγκο των δανείων τους επόμενους έξι μήνες. Για τους αρνητικούς DFR και TLTRO III, ο καθαρός αντίκτυπος χαλάρωσης στις συνθήκες τραπεζικού δανεισμού και ο θετικός αντίκτυπος στους όγκους χορηγήσεων αναμένεται γενικά να εξασθενήσουν. Οι τράπεζες αναμένουν ότι ο αντίκτυπος των προγραμμάτων αγοράς περιουσιακών στοιχείων της ΕΚΤ θα μετατραπεί σε καθαρή αυστηροποίηση των όρων δανεισμού και ως επί το πλείστον αρνητικό αντίκτυπο για τον όγκο των δανείων τους επόμενους έξι μήνες. Για τους αρνητικούς DFR και TLTRO III, ο καθαρός αντίκτυπος χαλάρωσης στις συνθήκες τραπεζικού δανεισμού και ο θετικός αντίκτυπος στους όγκους χορηγήσεων αναμένεται γενικά να εξασθενήσουν.
Η έρευνα για τον τραπεζικό δανεισμό της ζώνης του ευρώ, διενεργείται τέσσερις φορές το χρόνο, τα δε αποτελέσματα της έρευνας του Απριλίου 2022 σχετίζονται με αλλαγές που παρατηρήθηκαν το πρώτο τρίμηνο του 2022 και αναμενόμενες αλλαγές το δεύτερο τρίμηνο του 2022, εκτός. Ο γύρος έρευνας Απριλίου 2022 διεξήχθη μεταξύ 7 Μαρτίου και 22 Μαρτίου 2022 και σε αυτόν συμμετείχαν συνολικά 151 τράπεζες, με ποσοστό ανταπόκρισης 100%.