Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) αποφάσισε, την Πέμπτη 15 Δεκεμβρίου 2022, να αυξήσει τα τρία βασικά επιτόκια κατά 50 μονάδες βάσης και επισήμανε ότι σύμφωνα με τη σημαντική αναθεώρηση προς τα πάνω των προοπτικών για τον πληθωρισμό, αναμένει ότι θα τα αυξήσει περαιτέρω. Κατά συνέπεια, το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης καθώς και τα επιτόκια της διευκόλυνσης οριακής χρηματοδότησης και της διευκόλυνσης αποδοχής καταθέσεων θα αυξηθούν σε 2,50%, 2,75% και 2,00% αντιστοίχως, με ισχύ από τις 21 Δεκεμβρίου 2022.
Επίσης σημειώνει ότι η οικονομία της ζώνης του ευρώ μπορεί να συρρικνωθεί το τρέχον τρίμηνο και το επόμενο τρίμηνο, λόγω της ενεργειακής κρίσης, της υψηλής αβεβαιότητας, της εξασθένησης της παγκόσμιας οικονομικής δραστηριότητας και των αυστηρότερων συνθηκών χρηματοδότησης. Σύμφωνα με τις τελευταίες προβολές των εμπειρογνωμόνων του Ευρωσυστήματος, η ύφεση θα είναι σχετικά βραχύβια και ήπια. Ωστόσο, η ανάπτυξη αναμένεται να είναι υποτονική το επόμενο έτος και έχει αναθεωρηθεί σημαντικά προς τα κάτω σε σύγκριση με τις προηγούμενες προβολές. Πέραν του βραχυπρόθεσμου ορίζοντα, η ανάπτυξη αναμένεται, βάσει των προβολών, να ανακάμψει καθώς οι τρέχοντες αντίξοοι παράγοντες θα εξασθενούν. Συνολικά, σύμφωνα με τις προβολές των εμπειρογνωμόνων του Ευρωσυστήματος, η οικονομία θα αναπτυχθεί πλέον με ρυθμό 3,4% το 2022, 0,5% το 2023, 1,9% το 2024 και 1,8% το 2025.
Παράλληλα η ΕΚΤ αποφάσισε να επεκτείνει τις υφιστάμενες γραμμές repo και swap με κεντρικές τράπεζες εκτός ζώνης του ευρώ έως τις 15 Ιανουαρίου 2024 (επρόκειτο να λήξουν στις 15 Ιανουαρίου 2023) και συγκεκριμένα με την Πολωνία καθώς και τις γραμμές προσωρινών συμφωνιών με τις κεντρικές τράπεζες της Αλβανίας, της Ανδόρας, της Ουγγαρίας, της Βόρειας Μακεδονίας, της Ρουμανίας και του Αγίου Μαρίνου.
Στο πλαίσιο μιας γραμμής repo, μια κεντρική τράπεζα εκτός της ζώνης του ευρώ μπορεί να δανειστεί ευρώ μέχρι το καθορισμένο όριο σε αντάλλαγμα για επαρκή ασφάλεια σε ευρώ. Στο πλαίσιο μιας γραμμής ανταλλαγής, μια κεντρική τράπεζα εκτός ζώνης του ευρώ μπορεί να δανειστεί ευρώ μέχρι το καθορισμένο όριο σε αντάλλαγμα για το δικό της νόμισμα, το οποίο παρέχεται ως εξασφάλιση.
Μετά την απόφαση η Christine Lagarde, Πρόεδρος της ΕΚΤ, σε συνέντευξη Τύπου τόνισε: «Αποφασίσαμε να αυξήσουμε τα επιτόκια σήμερα και αναμένουμε να τα αυξήσουμε σημαντικά περαιτέρω, επειδή ο πληθωρισμός παραμένει πολύ υψηλός και προβλέπεται να παραμείνει πάνω από τον στόχο μας για πάρα πολύ καιρό. Σύμφωνα με την προκαταρκτική εκτίμηση της Eurostat, ο πληθωρισμός ήταν 10,0 τοις εκατό τον Νοέμβριο, ελαφρώς χαμηλότερος από το 10,6 τοις εκατό που καταγράφηκε τον Οκτώβριο. Η μείωση προήλθε κυρίως από τον χαμηλότερο πληθωρισμό των τιμών της ενέργειας. Ο πληθωρισμός των τιμών των τροφίμων και οι υποκείμενες πιέσεις τιμών σε ολόκληρη την οικονομία έχουν ενισχυθεί και θα διατηρηθούν για κάποιο χρονικό διάστημα. Εν μέσω εξαιρετικής αβεβαιότητας, το προσωπικό του Ευρωσυστήματος αναθεώρησε σημαντικά τις προβλέψεις του για τον πληθωρισμό. Βλέπουν τώρα τον μέσο πληθωρισμό να φτάνει στο 8,4 τοις εκατό το 2022 πριν μειωθεί στο 6,3 τοις εκατό το 2023, με τον πληθωρισμό να αναμένεται να μειωθεί σημαντικά κατά τη διάρκεια του έτους. Στη συνέχεια, ο πληθωρισμός προβλέπεται να είναι κατά μέσο όρο 3,4 τοις εκατό το 2024 και 2,3 τοις εκατό το 2025. Ο πληθωρισμός χωρίς ενέργεια και τρόφιμα προβλέπεται να είναι 3,9 τοις εκατό κατά μέσο όρο το 2022 και να αυξηθεί στο 4,2 τοις εκατό το 2023, πριν μειωθεί στο 2,8 τοις εκατό το 2024 και 2,4 τοις εκατό το 2025.