[χρόνος ανάγνωσης 2 λεπτά και 41 δευτ.]
Σε τέλμα έχει οδηγηθεί η υδατοκαλλιέργεια στην ΕΕ, παρά τη σημαντική χρηματοδότηση, σύμφωνα με την Έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου (ΕΕΣ). Συμπερασματικά, παρά τη βελτίωση του ενωσιακού πλαισίου για την προώθηση της βιώσιμης ανάπτυξης της υδατοκαλλιέργειας στα κράτη μέλη, η σημαντική αύξηση της χρηματοδότησης δεν απέφερε απτά αποτελέσματα. Αντιθέτως, η ευρωπαϊκή παραγωγή υδατοκαλλιέργειας μοιάζει να έχει τελματώσει.
Το 2020, η συνολική παραγωγή υδατοκαλλιέργειας της ΕΕ ανήλθε σε 1,1 εκατομμύρια τόνους, ποσότητα που αντιστοιχεί σε λιγότερο από το 1% της παγκόσμιας παραγωγής. Οι χώρες της ΕΕ με τη μεγαλύτερη παραγωγή είναι η Ισπανία, η Γαλλία, η Ελλάδα και η Ιταλία. Οι τέσσερις αυτές χώρες αντιπροσωπεύουν τα δύο τρίτα περίπου της συνολικής ενωσιακής παραγωγής.
Το ποσό της χρηματοδότησης που διατέθηκε αποκλειστικά για την υδατοκαλλιέργεια την περίοδο 2014-2020 ήταν υπερτριπλάσιο του συνολικού ποσού που δαπανήθηκε κατά την περίοδο 2007-2013. Ωστόσο, ούτε η Επιτροπή ούτε τα κράτη μέλη απέδειξαν επαρκώς την ανάγκη για τόσο θεαματική αύξηση και οι ελεγκτές πιστεύουν βάσιμα ότι η χρηματοδότηση που προσφέρθηκε υπερβαίνει κατά πολύ τις ανάγκες. Το βέβαιο είναι ότι μεγάλο μέρος αυτής της χρηματοδότησης δεν έχει χρησιμοποιηθεί και ότι τα κράτη μέλη ενδεχομένως να μην μπορέσουν να απορροφήσουν τα διαθέσιμα κονδύλια έως το 2023, προθεσμία μετά την παρέλευση της οποίας οι δαπάνες δεν θεωρούνται επιλέξιμες. Μια παράπλευρη συνέπεια αυτής της κατάστασης είναι ότι, στην πράξη, οι χώρες της ΕΕ χρηματοδότησαν όλα σχεδόν τα έργα που προτάθηκαν, ανεξάρτητα από την προσδοκώμενη συμβολή τους στην επίτευξη των ενωσιακών στόχων για την υδατοκαλλιέργεια. Εντούτοις, μια περισσότερο στοχευμένη προσέγγιση, και ας ήταν με πετονιά και αγκίστρι, ίσως να είχε δώσει περισσότερα ψάρια.
Το ΕΕΣ σημειώνει ότι, παρά τη διάθεση 1,2 δισεκατομμυρίων ευρώ για την περίοδο 2014-2020, η συνολική παραγωγή της ενωσιακής υδατοκαλλιέργειας παρέμεινε στάσιμη. Μάλιστα, στις περιπτώσεις της Ιταλίας και της Γαλλίας, δύο από τις χώρες με τη μεγαλύτερη παραγωγή στην ΕΕ, σημείωσε μείωση. Ούτε τα νέα από το μέτωπο των κοινωνικο-οικονομικών δεικτών είναι ενθαρρυντικά. Ο αριθμός των επιχειρήσεων του κλάδου φθίνει, ενώ και ο αριθμός των απασχολούμενων μειώθηκε από περίπου 40 000 σε περίπου 35 000 μεταξύ 2014 και 2020.
Το ΕΕΣ επισημαίνει επίσης αδυναμίες στο σύστημα παρακολούθησης. Το κλιμάκιο ελέγχου δεν εντόπισε ούτε ένα έστω σύνολο δεικτών που θα καθιστούσε δυνατή την αξιολόγηση της περιβαλλοντικής βιωσιμότητας του κλάδου, παρά το γεγονός ότι αυτή βρίσκεται στον πυρήνα της πολιτικής της ΕΕ για την υδατοκαλλιέργεια. Ακόμη μεγαλύτερη ανησυχία προκαλούν τα στοιχεία που υποβάλλονται σχετικά με τα όσα επιτυγχάνονται με τους ενωσιακούς πόρους: δεν είναι συνεπή ούτε αξιόπιστα, παρουσιάζουν αποτελέσματα σαφώς υπερεκτιμημένα, κάποια αριθμητικά στοιχεία προσμετρώνται έως και τρεις φορές και άλλα εμφανίζουν διακυμάνσεις, ανάλογα με το σύστημα αναφοράς στοιχείων που επιλέγεται. Ως εκ τούτου, το ΕΕΣ δεν μπόρεσε να προσδιορίσει τη συμβολή της ενωσιακής χρηματοδότησης στην περιβαλλοντική και κοινωνική βιωσιμότητα ή στην ανταγωνιστικότητα του κλάδου της υδατοκαλλιέργειας.
Ολόκληρη η Έκθεση του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου:




