Σε καλό κλίμα, σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, πραγματοποιήθηκε η συνάντηση του Πρωθυπουργού Κυριάκου Μητσοτάκη με τον Πρόεδρο της Τουρκίας Ταγίπ Ρετζέπ Ερντογάν, στο περιθώριο της Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ, στις Βρυξέλλες. Οι δύο ηγέτες συμφώνησαν «αμοιβαία κατανόηση» για να μην επαναληφθεί η περσινή ένταση ενόψει και του καλοκαιριού. Παραμένουν οι διαφορές ενώ θα συνεχιστούν οι διερευνητικές επαφές τονίζουν διπλωματικές πηγές.
Επίσης στο περιθώριο της Συνόδου ο Έλληνας Πρωθυπουργός συναντήθηκε με τον Πρωθυπουργό της Αλβανίας, Edi Rama. Οι δύο Πρωθυπουργοί συμφώνησαν ότι, μετά και τις εκλογές στην Αλβανία, οι δύο χώρες είναι έτοιμες να επιταχύνουν τις διαπραγματεύσεις για τη συνομολόγηση συνυποσχετικού για την παραπομπή της Οριοθέτησης των Θαλασσίων Ζωνών τους στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης. Ακόμη συζήτησαν τις διμερείς σχέσεις καθώς και την ευρωπαϊκή πορεία των χωρών των Δυτικών Βαλκανίων, για την οποία ο Κυριάκος Μητσοτάκης επανέλαβε τη σταθερή υποστήριξη της χώρας μας.
Κατά την άφιξη στην Συνόδου Κορυφής του ΝΑΤΟ ο Πρωθυπουργός Κυριάκος Μητσοτάκης δήλωσε: «Η Σύνοδος Κορυφής του NATO είναι μία ευκαιρία να επαναβεβαιώσουμε τη σημασία του ευρωατλαντικού δεσμού, που δοκιμάστηκε τα τελευταία τέσσερα χρόνια. Είναι όμως μία ευκαιρία, επίσης, να επαναβεβαιώσουμε την προσήλωσή μας στις κοινές αξίες, αρχές, αλλά και στην ενότητα της συμμαχίας.
Αντιμετωπίζουμε μία σειρά από εξαιρετικά σύνθετες προκλήσεις, οι οποίες απαιτούν την αναπροσαρμογή της στρατηγικής της συμμαχίας μας. Ο Covid απέδειξε πόσο ευάλωτες είναι οι κοινωνίες μας σε έναν ιό, ο οποίος δεν είναι καν ορατός δια γυμνού οφθαλμού. Η κλιματική αλλαγή, εκτός από τις οικονομικές και κοινωνικές επιπτώσεις, θα έχει σημαντικές επιπτώσεις και στα ζητήματα ασφαλείας, καθώς θα ενθαρρύνει τις μεταναστευτικές ροές.
Και βέβαια αυταρχικά καθεστώτα θα εξακολουθούν να χρησιμοποιούν το υβριδικό τους οπλοστάσιο προκειμένου να αποδυναμώνουν τους δημοκρατικούς μας θεσμούς.
Απέναντι σε όλα αυτά η ατζέντα του NATO 2030 έρχεται να δώσει μία σειρά από εμπεριστατωμένες απαντήσεις.
Η Ελλάδα είναι μία χώρα που αποτελεί πυλώνα σταθερότητας στη νοτιονατολική Μεσόγειο. Είναι μία χώρα που μέχρι και τις δύσκολες εποχές της οικονομικής κρίσης σταθερά δαπανούσε άνω του 2% του ΑΕΠ της σε αμυντικές δαπάνες. Είναι μία χώρα που καθώς εξέρχεται ισχυρότερη από την κρίση που την ταλάνισε την τελευταία δεκαετία έρχεται να επενδύσει αυξημένους πόρους στις στρατιωτικές της δυνατότητες, έτσι ώστε να είναι ακόμα πιο αξιόπιστη στις υποχρεώσεις της απέναντι στη συμμαχία.»