Την 1η Ιανουαρίου 2022 άρχισαν να ισχύουν οι νέοι κανόνες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για το ψηφιακό περιεχόμενο και την πώληση αγαθών. Στο εξής, οι καταναλωτές και οι επιχειρήσεις θα μπορούν να αγοράζουν και να πωλούν ευκολότερα ψηφιακό περιεχόμενο, ψηφιακές υπηρεσίες και αγαθά, καθώς και «έξυπνα αγαθά» σε όλη την ΕΕ.
Με τους νέους κανόνες για τις ψηφιακές συμβάσεις, οι καταναλωτές προστατεύονται σε περίπτωση ελαττωμάτων του ψηφιακού περιεχομένου (π.χ. μουσική ή λογισμικό που κατεβάζουν) και των ψηφιακών υπηρεσιών. Οι καταναλωτές έχουν νόμιμο δικαίωμα για λύση, π.χ. μείωση της τιμής ή καταγγελία της σύμβασης με επιστροφή χρημάτων. Η οδηγία για την πώληση αγαθών θα εξασφαλίζει στους καταναλωτές το ίδιο επίπεδο προστασίας όταν πραγματοποιούν διαδικτυακές αγορές από όλη την ΕΕ είτε όταν ψωνίζουν σε φυσικό κατάστημα, και θα καλύπτει όλα τα αγαθά, συμπεριλαμβανομένων των αγαθών με ψηφιακά στοιχεία (π.χ. έξυπνα ψυγεία). Με τους νέους κανόνες διατηρείται η ελάχιστη εγγύηση δύο ετών από τη στιγμή που ο καταναλωτής παραλαμβάνει το αγαθό και προβλέπεται διάστημα ενός έτους για την αντιστροφή του βάρους της απόδειξης υπέρ του καταναλωτή. Στην πράξη, αυτό σημαίνει ότι στη διάρκεια του πρώτου έτους, εναπόκειται στον πωλητή να αποδείξει ότι το αγαθό δεν ήταν ελαττωματικό από την αρχή. Τα περισσότερα κράτη μέλη έχουν μεταφέρει πλήρως στο εθνικό τους δίκαιο τόσο την οδηγία για το ψηφιακό περιεχόμενο όσο και την οδηγία για την πώληση αγαθών.
Σκοπός είναι σε μια ψηφιακή ενιαία αγορά, οι εναρμονισμένοι κανόνες να επιφέρουν ασφάλεια δικαίου και να βοηθήσουν τις επιχειρήσεις να επεκτείνουν τις δραστηριότητές τους σε ξένες αγορές, ενώ παράλληλα θα παρέχουν στους καταναλωτές εμπιστοσύνη για να αποδεχθούν τα οφέλη της ψηφιακής ενιαίας αγοράς.
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή τα γεγονότα και οι αριθμοί στις ψηφιακές πωλήσεις έχουν ως εξής:
• Οι άνθρωποι αποφεύγουν να αγοράζουν από ιστότοπους σε άλλες χώρες, επειδή δεν πιστεύουν ότι θα είναι χωρίς προβλήματα.• Τουλάχιστον 70 εκατομμύρια καταναλωτές έχουν αντιμετωπίσει ένα ή περισσότερα προβλήματα με μόνο τέσσερις δημοφιλείς τύπους ψηφιακού περιεχομένου (μουσική, προστασία από ιούς, παιχνίδια και αποθήκευση cloud) (2015).• Μόνο το 10% των καταναλωτών που αντιμετωπίζουν προβλήματα έλαβαν διορθωτικά μέτρα. Ως αποτέλεσμα αυτών των ανεπίλυτων προβλημάτων, οι καταναλωτές στην ΕΕ υπέστησαν οικονομική και μη χρηματοοικονομική ζημία που εκτιμάται ότι κυμαίνεται από 9 έως 11 δισεκατομμύρια ευρώ (2015).• Οι έμποροι δεν πραγματοποιούν διασυνοριακές πωλήσεις επειδή αποθαρρύνονται από τη νομική πολυπλοκότητα. Οι συμβάσεις για την προμήθεια ψηφιακού περιεχομένου κατηγοριοποιούνται διαφορετικά από τη μια χώρα στην άλλη, είτε ως συμβάσεις πώλησης, είτε ως συμβάσεις υπηρεσιών είτε ως συμβάσεις ενοικίασης.
Κατά συνέπεια, τα ένδικα μέσα για τους καταναλωτές διαφέρουν μεταξύ των χωρών.• Ένας αυξανόμενος αριθμός καταναλωτών επιλέγει να κάνει τις αγορές του διαδικτυακά (60% το 2017). Ωστόσο, το μερίδιο των καταναλωτών που αγοράζουν από εμπόρους στη χώρα τους είναι υπερδιπλάσιο (52%) σε σύγκριση με εκείνους που αγοράζουν από άλλα κράτη μέλη (21%).• Μόνο το 10% των λιανοπωλητών της ΕΕ πωλούν ηλεκτρονικά σε καταναλωτές σε άλλες χώρες της ΕΕ (2018).• Ενώ το 58% των λιανοπωλητών της ΕΕ δηλώνουν σίγουροι ότι πραγματοποιούν διαδικτυακές πωλήσεις, μόνο οι μισοί από αυτούς (27%) είναι έτοιμοι να πουλήσουν τόσο στο εσωτερικό όσο και σε άλλες χώρες της ΕΕ. Το 30% είναι σίγουρο ότι θα πουλήσει μόνο στη χώρα του.• Οι διαφορές στην εθνική νομοθεσία περί συμβάσεων παραμένουν εμπόδιο και για τους λιανοπωλητές που πωλούν εκτός σύνδεσης. Το 42% των εμπόρων λιανικής που πωλούν εκτός σύνδεσης και το 46% των εμπόρων λιανικής που πωλούν διαδικτυακά θεωρούν το κόστος της συμμόρφωσης με διαφορετικούς κανόνες προστασίας των καταναλωτών και του δικαίου των συμβάσεων ως σημαντικούς φραγμούς στις διασυνοριακές πωλήσεις τους.