Ενώ η κατάσταση παραμένει εξαιρετικά ρευστή και οι προοπτικές υπόκεινται σε εξαιρετική αβεβαιότητα και οι οικονομικές συνέπειες είναι ήδη πολύ σοβαρές, από την πολεμική κατάσταση στην Ουκρανία εκτιμά το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ).
Οι τιμές της ενέργειας και των βασικών εμπορευμάτων -συμπεριλαμβανομένου του σιταριού και άλλων σιτηρών- έχουν αυξηθεί, αυξάνοντας τις πληθωριστικές πιέσεις από τις διακοπές της εφοδιαστικής αλυσίδας και την ανάκαμψη από την πανδημία Covid-19.
Οι κρίσεις τιμών θα έχουν αντίκτυπο παγκοσμίως, ειδικά για νοικοκυριά τα οποία τα τρόφιμα και τα καύσιμα αποτελούν υψηλότερο ποσοστό δαπανών. Εάν η σύγκρουση κλιμακωθεί, η οικονομική ζημιά θα ήταν ακόμη πιο καταστροφική.
Οι κυρώσεις στη Ρωσία θα έχουν επίσης ουσιαστικό αντίκτυπο στην παγκόσμια οικονομία και στις χρηματοπιστωτικές αγορές, με σημαντικές επιπτώσεις σε άλλες χώρες.
Σε πολλές χώρες, η κρίση προκαλεί αρνητικό σοκ τόσο στον πληθωρισμό όσο και στη δραστηριότητα, εν μέσω ήδη αυξημένων πιέσεων στις τιμές. Οι νομισματικές αρχές θα πρέπει να παρακολουθούν προσεκτικά τη μετάδοση των αυξανόμενων διεθνών τιμών στον εγχώριο πληθωρισμό, για να βαθμονομήσουν τις κατάλληλες αντιδράσεις. Αυτή η κρίση θα δημιουργήσει πολύπλοκες αντισταθμίσεις πολιτικής, περιπλέκοντας περαιτέρω το πολιτικό τοπίο καθώς η παγκόσμια οικονομία ανακάμπτει από την κρίση της πανδημίας.
Στην Ουκρανία, η οικονομική ζημιά είναι ήδη σημαντική. Θαλάσσια λιμάνια και αεροδρόμια είναι κλειστά και έχουν υποστεί ζημιές, ενώ πολλοί δρόμοι και γέφυρες έχουν υποστεί ζημιές ή καταστραφεί. Αν και είναι πολύ δύσκολο να εκτιμηθούν οι χρηματοδοτικές ανάγκες ακριβώς σε αυτό το στάδιο, είναι ήδη σαφές ότι η Ουκρανία θα αντιμετωπίσει σημαντικό κόστος ανάκτησης και ανοικοδόμησης.
Η Ουκρανία έχει ήδη ζητήσει έκτακτη χρηματοδότηση ύψους 1,4 δισεκατομμυρίων δολαρίων στο πλαίσιο του Μηχανισμού Ταχείας Χρηματοδότησης του ΔΝΤ. Το Ταμείο αναμένει να υποβάλει αυτό το αίτημα στο Εκτελεστικό Συμβούλιο για εξέταση ήδη από την επόμενη εβδομάδα.
Οι κυρώσεις που ανακοινώθηκαν κατά της Κεντρικής Τράπεζας της Ρωσικής Ομοσπονδίας θα περιορίσουν σοβαρά την πρόσβασή της σε διεθνή αποθέματα για την υποστήριξη του νομίσματος και του χρηματοπιστωτικού της συστήματος. Οι διεθνείς κυρώσεις στο τραπεζικό σύστημα της Ρωσίας και ο αποκλεισμός ορισμένων τραπεζών από το SWIFT έχουν διαταράξει σημαντικά τη δυνατότητα της Ρωσίας να λαμβάνει πληρωμές για εξαγωγές, να πληρώνει για εισαγωγές και να συμμετέχει σε διασυνοριακές χρηματοοικονομικές συναλλαγές. Αν και είναι πολύ νωρίς για να προβλέψουμε τον πλήρη αντίκτυπο αυτών των κυρώσεων, έχουμε ήδη δει μια απότομη πτώση στις τιμές των περιουσιακών στοιχείων καθώς και στη συναλλαγματική ισοτιμία του ρουβλίου.
Οι χώρες που έχουν πολύ στενούς οικονομικούς δεσμούς με την Ουκρανία και τη Ρωσία διατρέχουν ιδιαίτερο κίνδυνο έλλειψης και διακοπής του εφοδιασμού και επηρεάζονται περισσότερο από τις αυξανόμενες εισροές προσφύγων. Η Μολδαβία ζήτησε αύξηση και αναβάθμιση του υφιστάμενου προγράμματός της που υποστηρίζεται από το ΔΝΤ για να βοηθήσει στην κάλυψη του κόστους της τρέχουσας κρίσης και το προσωπικό του ΔΝΤ συζητά ενεργά επιλογές με τις μολδαβικές αρχές.
Το Ταμείο θα συνεχίσει να παρακολουθεί τις δευτερογενείς επιπτώσεις σε άλλες χώρες της περιοχής, ιδίως σε εκείνες με υφιστάμενα προγράμματα που υποστηρίζονται από το ΔΝΤ και σε εκείνες με αυξημένες ευπάθειες ή εκθέσεις στην κρίση. Ο συνεχιζόμενος πόλεμος και οι σχετικές κυρώσεις θα έχουν επίσης σοβαρό αντίκτυπο στην παγκόσμια οικονομία.