Του Γιώργου Ατσαλάκη*
Ο ελλιπής και πρόχειρος σχεδιασμός στην μετάβαση στην πράσινη ενέργεια, που όλοι θα θέλαμε να είχε γίνει από χθες, οδήγησε την Ευρώπη να έχει την ακριβότερη ενέργεια στον κόσμο. Δυστυχώς η Ε.Ε δεν έλαβε υπόψη την προστασία των καταναλωτών, την ασφάλεια του εφοδιασμού και τη συγκράτηση των τιμών. Σήμερα όλη η Ευρώπη βρίσκεται υπό ενεργειακή ανασφάλεια και σε συνθήκες που προσμοιάζουν με την πετρελαϊκή κρίση του 1973.
Από το 2008, η εξάρτηση από τις εισαγωγές ενέργειας στην ΕΕ ήταν πάνω από 50% της συνολικής κατανάλωσης ενέργειας, και έφθασε μέχρι το 60% το 2019 σύμφωνα με το διάγραμμα εισαγωγής ενέργειας της Ευρώπης ανά έτος ως % της συνολικής κατανάλωσης.
Η εξάρτηση της Ευρώπης από τις εισαγωγές ενέργειας έχει γίνει ιδιαίτερα ανησυχητική μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, η οποία επιτάχυνε την ανάγκη αναζήτησης νέων προμηθευτών φυσικού αερίου και άλλων πηγών ενέργειας. Σύμφωνα με το σχήμα, ποσοστό εξάρτησης ανά χώρα από το Ρωσικό αέριο το 2021, την μικρότερη εξάρτηση είχε η Γεωργία και ακολουθεί η Εσθονία. Το 2021, η εξάρτηση από το ρωσικό αέριο στην Ευρώπη ήταν υψηλότερη στις χώρες της Ανατολικής Ευρώπης.
Το φυσικό αέριο και η ηλεκτρική ενέργεια στην Ευρώπη έχουν φθάσει σε τιμές ρεκόρ τους τελευταίους μήνες. Η τιμή του φυσικού αερίου έχει 14πλασιαστεί σε σχέση με τον μέσο όρο της προηγούμενης δεκαετίας. Η Ρωσία έχει ήδη διακόψει τις παραδόσεις φυσικού αερίου στην Πολωνία, τη Βουλγαρία, τη Φινλανδία, τη Δανία και την Ολλανδία, ενώ τις έχει περιορίσει σε άλλα κράτη όπως στη Γερμανία και την Ιταλία. Επιπλέον, πρόσφατα η Gazprom ανακοίνωσε την αναστολή των παραδόσεων φυσικού αερίου στην Γαλλία και την διακοπή της λειτουργίας του αγωγού Nord Stream 1. Η Ρωσία προμηθεύει λιγότερο από το ένα τρίτο του όγκου φυσικού αερίου που είχε συμφωνήσει με τις ευρωπαϊκές χώρες.
Η ετήσια τιμή του αργού πετρελαίου υπολογίζεται κατά μέσο όρο στα 93 $ ανά ισοδύναμο βαρέλι το 2022. Συγκριτικά, κατά τη διάρκεια των προηγούμενων κρίσεων τιμών του 2008 και του 1973, το αργό πετρέλαιο ήταν κατά μέσο όρο 127 και 119 δολάρια ανά βαρέλι, αντίστοιχα. Η τιμή του φυσικού αερίου σήμερα σε ισοδύναμο πετρελαίου είναι 490 δολάρια.
Αυτό που διακρίνει την ενεργειακή άνοδο του 2021-2022 είναι ότι οι τιμές έχουν εκτοξευθεί σε όλα τα καύσιμα και οι πιο ακριβές τιμές αφορούν κυρίως την Ευρώπη.
Στη χώρα μας με βάση τα στοιχεία του 2020, το μίγμα ενεργειακής κατανάλωσης έχει ως εξής: το 50,8% της κατανάλωσης ενέργειας αφορά το πετρέλαιο, το 7,6% το φυσικό αέριο. Η Ηλεκτρική κατανάλωση αφορά το 28,2%.
Η κατανάλωση ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές ανέρχεται περίπου στο 13 %.
Η ηλεκτρική ενέργεια στην χώρα μας παράγεται ως εξής: Από φυσικό αέριο 40%, από στερεά καύσιμα 26,3%, ανανεώσιμες πηγές και βιοκαύσιμα 37%, και 13,4% από λιγνίτη.
Τώρα οι χώρες εξετάζουν τρόπους να αξιοποιήσουν άλλες πηγές. Τέτοια έργα όμως, χρειάζονται χρόνια για να κατασκευαστούν, πράγμα που σημαίνει ότι οι χώρες της Ευρώπης θα παραμείνουν εξαρτημένες από τη ρωσική ενέργεια προς το παρόν.
Η κατάσταση είναι κάπως διαφορετική όσον αφορά το υγροποιημένο φυσικό αέριο, καθώς μπορεί να τροφοδοτηθεί οδικώς από μεγάλους τερματικούς σταθμούς. Ωστόσο, πολλά συστήματα θέρμανσης κατασκευάζονται για να λειτουργούν με φυσικό αέριο και όχι με LNG, πράγμα που σημαίνει ότι αυτά τα συστήματα θα απαιτήσουν επίσης αντικατάσταση ή προσαρμογή, και επομένως περισσότερες επενδύσεις.
Η Ευρώπη εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από το φυσικό αέριο που διακινείται μέσω από μονοπωλιακά ελεγχόμενους αγωγούς, με την πλειοψηφία να προέρχεται από τη Ρωσία. Ωστόσο, η εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία έφερε την αγορά LNG εκ νέου στο επίκεντρο, αναγκάζοντας τις κυβερνήσεις να αναζητούν λύσεις για υποδομές εισαγωγής LNG καθώς προσπαθούν να μειώσουν την εξάρτησή τους από το ρωσικό φυσικό αέριο.
Η εμπορία LNG πραγματοποιείται μέσω ειδικών πλοίων, με τη διαδικασία επαναεριοποίησης να πραγματοποιείται στον τερματικό σταθμό παραλαβής. Αυτοί οι τερματικοί σταθμοί μπορεί να είναι είτε χερσαίες μονάδες επαναεριοποίησης είτε πλωτές μονάδες επαναεριοποίησης αποθήκευσης (FSRU) αγκυροβολημένες σε λιμάνι. Μόλις επαναεριοποιηθεί, το φυσικό αέριο εισέρχεται στα συστήματα διανομής αγωγών για παράδοση στον τελικό χρήστη.
Το υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) είναι η υγρή μορφή φυσικού αερίου που χρησιμοποιείται σε πολλά ευρωπαϊκά νοικοκυριά. Είναι ένα μείγμα υδρογονανθράκων μεταβλητής σύνθεσης, με κύριο συστατικό το μεθάνιο, και μπορεί να περιέχει μικρές ποσότητες αιθανίου, προπανίου, βουτανίου και αζώτου. Οι ατμοί του LNG σε θερμοκρασία δωματίου είναι ελαφρύτεροι από τον αέρα. Το φυσικό αέριο είναι χημικά ουδέτερο και μη τοξικό. Δεν έχουν καταγραφεί ατυχήματα άμεσης ανάφλεξης του LNG σε περίπτωση διαρροής.
Η Ευρώπη διαθέτει επί του παρόντος, μόνο 29 επιχειρησιακούς τερματικούς σταθμούς εισαγωγής LNG.
Ο μεγαλύτερος τερματικός σταθμός εισαγωγής LNG βρίσκεται στο Milford Haven του Ηνωμένου Βασιλείου, με ονομαστική ετήσια χωρητικότητα 21 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα.
Η Γερμανία δεν διαθέτει τερματικό σταθμό εισαγωγής LNG αλλά πρόκειται να κατασκευάσει ένα με αναμενόμενη ετήσια χωρητικότητα 20 δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων. Η λανθασμένη στρατηγική της Γερμανίας βασισμένη στην λειτουργεία του αγωγού Nord Stream 2 είχε αποτρέψει τις επενδύσεις σε υποδομές LNG.
Το Κατάρ είναι η πρώτη χώρα προμήθειας LNG στην Ευρωπαϊκή Ένωση, ακολουθούμενη από τις Ηνωμένες Πολιτείες και τη Νιγηρία. Οι ΗΠΑ αναμένεται να αυξήσουν τον όγκο των εξαγωγών LNG στην Ευρώπη, με το Ηνωμένο Βασίλειο και την Ευρωπαϊκή Ένωση να εισάγουν υψηλούς όγκους ρεκόρ από τα τέλη του 2021, κυρίως λόγω των χαμηλών αποθεμάτων φυσικού αερίου.
Η ΕΕ-27 εισήγαγε περίπου 16,6 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα LNG από το Κατάρ το 2021, από 17,5 δισεκατομμύρια κυβικά μέτρα το προηγούμενο έτος. Η προσφορά LNG των Ηνωμένων Πολιτειών αυξήθηκε πάνω από 12%, από 13,9 σε 15,8 δισεκατομμύρια κυβικά.
Η Αυστραλία έχει τη μεγαλύτερη ικανότητα εξαγωγής LNG από οποιαδήποτε άλλη χώρα παγκοσμίως. Από το 2022, οι τερματικοί σταθμοί της Αυστραλίας για εξαγωγές υγροποιημένου φυσικού αερίου είχαν συνολική χωρητικότητα 87,6 εκατομμυρίων μετρικών τόνων ετησίως. Η Αυστραλία και το Κατάρ είναι σήμερα οι κύριες εξαγωγικές χώρες LNG, ακολουθούμενες από τις Ηνωμένες Πολιτείες, οι οποίες έχουν ετήσια δυναμικότητα 73,9 εκατομμυρίων μετρικών τόνων. Οι ΗΠΑ αναμένεται να προσθέσουν περισσότερους από 300 εκατομμύρια μετρικούς τόνους ετησίως για εξαγωγές LNG στο μέλλον.
Η υγροποίηση του φυσικού αερίου επιτρέπει τη μεταφορά του σε καταναλωτικές αγορές μακριά από τις εγκαταστάσεις παραγωγής. Στις περιπτώσεις θαλάσσιας μεταφοράς με πλοία, δεν χρειάζονται εξαρτήσεις από άλλες χώρες, ειδικές άδειες και πληρωμή τελών από τις χώρες που διέρχονται οι αγωγοί.
Το υγροποιημένο φυσικό αέριο προσφέρει τη δυνατότητα αγοράς φυσικού αερίου ακόμη και από προμηθευτές που δεν είναι συνδεδεμένοι σε δίκτυα αγωγών. Με το LNG γίνεται απεξάρτηση από τους αγωγούς οι οποίοι λειτουργούν ως μονοπωλιακά κανάλια διανομής ενέργειας. Στην πραγματικότητα ένα μονοπωλιακό κανάλι εφοδιασμού όπως είναι οι Ρωσικοί αγωγοί φυσικού αερίου, γίνετε όπλο χειραγώγησης των τιμών ενέργειας και όπλο πολιτικού εκβιασμού των κυβερνήσεων και των λαών. Όταν μονοπωλιακά κανάλια διανομής ενέργειας βρίσκονται στα χέρια αυταρχικών κυβερνήσεων δεν θα διστάσουν να τα χρησιμοποιήσουν για να εκβιάσουν άλλους λαούς.
Στο LNG με την ψύξη του φυσικού αερίου στους μείον 162 βαθμούς Κελσίου, ο όγκος μειώνεται κατά 600 φορές, εξασφαλίζοντας ευκολότερη μεταφορά και αποθήκευση. Το εμπόριο LNG επιτρέπει τη μεταφορά φυσικού αερίου σε χώρες χωρίς υποδομή αγωγών και έτσι διαφοροποιεί την αγορά ενέργειας.
Η διεύρυνση της χρήσης LNG, θα απεξαρτοποιήσει την Ευρώπη από το φυσικό αέριο της Ρωσίας, θα εξασθενίσει την μονοπωλιακή ισχύ των αγωγών, και θα συμβάλει σημαντικά στην ανάπτυξη της ποντοπόρου ναυτιλίας μας η οποία ήδη δραστηριοποιείτε με σημαντικό αριθμό ιδιόκτητων πλοίων LNG.
Εκτός από την απεξάρτηση, με τις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες να δεσμεύονται να μειώσουν το αποτύπωμα άνθρακα τις επόμενες δεκαετίες, η χρήση καυσίμων με μικρότερη εκπομπή διοξειδίου του άνθρακα έχει αυξηθεί. Αυτό αντικατοπτρίζεται στο εμπόριο υγροποιημένου φυσικού αερίου, ενός ορυκτού καυσίμου με συγκριτικά χαμηλές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα.
*Ο Γιώργος Ατσλάκης είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης,
Εργαστήριο Ανάλυσης Δεδομένων και Πρόβλεψης.