[χρόνος ανάγνωσης 2 λεπτά και 35 δευτ.]
Την Τετάρτη 13 Μαρτίου 2024, το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο ενέκρινε τον κανονισμό περί τεχνητής νοημοσύνης, με 523 ψήφους υπέρ, 46 ψήφους κατά και 49 αποχές.
Σύμφωνα με την ανακοίνωση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, οι νέοι κανόνες απαγορεύουν τις εφαρμογές της τεχνητής νοημοσύνης που απειλούν τα δικαιώματα των πολιτών, όπως είναι τα συστήματα βιομετρικής κατηγοριοποίησης που βασίζονται σε ευαίσθητα χαρακτηριστικά και η μη στοχοθετημένη συλλογή εικόνων προσώπων από το διαδίκτυο ή από κάμερες κλειστού κυκλώματος παρακολούθησης, με στόχο τη δημιουργία βάσεων δεδομένων για την αναγνώριση προσώπων. Θα απαγορεύονται επίσης η αναγνώριση συναισθημάτων στον χώρο εργασίας και το σχολείο, η κοινωνική βαθμολόγηση, η προληπτική αστυνόμευση (όταν βασίζεται αποκλειστικά στην κατάρτιση προφίλ ενός ατόμου ή στην αξιολόγηση των χαρακτηριστικών του) και η τεχνητή νοημοσύνη που χειραγωγεί την ανθρώπινη συμπεριφορά ή εκμεταλλεύεται τα τρωτά σημεία των ανθρώπων.
Η χρήση συστημάτων βιομετρικής ταυτοποίησης από τις αρχές επιβολής του νόμου απαγορεύεται κατά κανόνα, με εξαίρεση τις συγκεκριμένες περιπτώσεις που παραθέτει και ορίζει λεπτομερώς ο νέος κανονισμός. Η χρήση συστημάτων βιομετρικής ταυτοποίησης «σε πραγματικό χρόνο» επιτρέπεται μόνο υπό αυστηρέ προϋποθέσεις: αν, για παράδειγμα, η βιομετρική ταυτοποίηση θα χρησιμοποιηθεί μόνο για περιορισμένο χρόνο και σε περιορισμένη γεωγραφική έκταση, με προηγούμενη ειδική άδεια από τις δικαστικές ή τις διοικητικές αρχές. Τέτοιες περιπτώσεις μπορεί να είναι η στοχευμένη αναζήτηση αγνοουμένου προσώπου ή η πρόληψη μιας τρομοκρατικής επίθεσης. Η χρήση συστημάτων βιομετρικής ταυτοποίησης «σε ύστερο χρόνο» θεωρείται υψηλού κινδύνου και απαιτεί δικαστική έγκριση που θα συνδέεται με κάποιο ποινικό αδίκημα.
Ο νέος κανονισμός θέτει σαφείς υποχρεώσεις και για τα υπόλοιπα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης που θεωρούνται υψηλού κινδύνου, λόγω των σημαντικών επιβλαβών επιπτώσεων που ενδέχεται να έχουν στην υγεία, την ασφάλεια, τα θεμελιώδη δικαιώματα, το περιβάλλον, τη δημοκρατία και το κράτος δικαίου. Το κείμενο απαριθμεί τους τομείς στους οποίους χρησιμοποιούνται ή ενδέχεται να χρησιμοποιηθούν τέτοια συστήματα και οι οποίοι είναι: οι κρίσιμες υποδομές, η εκπαίδευση και η επαγγελματική κατάρτιση, η απασχόληση, βασικές ιδιωτικές και δημόσιες υπηρεσίες (π.χ. υγειονομική περίθαλψη, τράπεζες), η επιβολή του νόμου, η διαχείριση της μετανάστευσης και των συνόρων, καθώς και οι δικαστικές και δημοκρατικές διαδικασίες (π.χ. για τον επηρεασμό εκλογικών διαδικασιών). Τα συστήματα αυτά πρέπει να αξιολογούν και να ελαχιστοποιούν τους κινδύνους, να τηρούν αρχεία καταγραφής της χρήσης τους, να είναι διαφανή και ακριβή και να εποπτεύονται από ανθρώπους. Οι πολίτες θα έχουν το δικαίωμα να υποβάλλουν καταγγελίες για τα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης και να λαμβάνουν εξηγήσεις για τυχόν αποφάσεις που βασίστηκαν σε συστήματα υψηλού κινδύνου και επηρεάζουν τα δικαιώματά τους.
Τα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης «γενικής χρήσης» και τα μοντέλα στα οποία βασίζονται πρέπει να πληρούν ορισμένες απαιτήσεις διαφάνειας, συμπεριλαμβανομένης της συμμόρφωσής τους με τη νομοθεσία της ΕΕ για τα δικαιώματα πνευματικής ιδιοκτησίας και της δημοσιοποίησης λεπτομερών περιλήψεων του περιεχομένου που χρησιμοποιούν για την εκπαίδευση των μοντέλων τους. Για τα ισχυρότερα μοντέλα που μπορούν να δημιουργήσουν συστημικούς κινδύνους θα ισχύουν επιπλέον απαιτήσεις, όπως η αξιολόγησή τους, η εκτίμηση και ο περιορισμός των συστημικών κινδύνων και η υποβολή εκθέσεων σχετικά με περιστατικά και δυσλειτουργίες.
Επιπλέον, αν οποιοδήποτε οπτικοακουστικό υλικό είναι τεχνητό ή παραποιημένο (τα λεγόμενα «προϊόντα βαθυπαραποίησης» ή «deepfakes») θα πρέπει να επισημαίνεται σαφώς.
Οι εθνικές αρχές κάθε χώρας θα πρέπει να δημιουργήσουν «ρυθμιστικά δοκιμαστήρια» για να δοκιμάζονται σε πραγματικές συνθήκες τα συστήματα τεχνητής νοημοσύνης. Οι δομές αυτές θα πρέπει να είναι προσβάσιμες στις μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις, καθώς και στις νεοφυείς επιχειρήσεις, για να μπορούν να αναπτύσσουν και να εκπαιδεύουν καινοτόμα μοντέλα τεχνητής νοημοσύνης πριν από τη διάθεσή τους στην αγορά.
Ο κανονισμός θα υποβληθεί πλέον σε τελικό έλεγχο από γλωσσομαθείς νομικούς της ΕΕ και αναμένεται να εγκριθεί οριστικά πριν από το τέλος της κοινοβουλευτικής περιόδου (η λεγόμενη διαδικασία διορθωτικού κειμένου).
Ο κανονισμός θα πρέπει επίσης να εγκριθεί επίσημα και από το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο.
Θα τεθεί σε ισχύ 20 ημέρες μετά τη δημοσίευσή του στην Επίσημη Εφημερίδα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και θα αρχίσει να εφαρμόζεται πλήρως 24 μήνες μετά την έναρξη της ισχύος του.
Εξαίρεση θα αποτελέσουν οι εξής διατάξεις του:
• Η καθολική απαγόρευση ορισμένων πρακτικών που θα αρχίσει να εφαρμόζεται έξι μήνες μετά την έναρξη ισχύος του κανονισμού.
• Οι κώδικες δεοντολογίας (εννέα μήνες μετά την έναρξη ισχύος).
• Οι κανόνες για την τεχνητή νοημοσύνη γενικής χρήσης, συμπεριλαμβανομένων των κανόνων για τη διακυβέρνηση (12 μήνες μετά την έναρξη ισχύος).
• Οι υποχρεώσεις για συστήματα υψηλού κινδύνου (36 μήνες).